Είναι φίλοι μας οι Άγγλοι. Έτσι τουλάχιστον πιστεύαμε για
πάρα πολλά χρόνια εμείς οι Έλληνες. Κι εφαρμόζοντας πιστά τη γνωστή μας παροιμία
«Αγάπα το φίλο σου με τα ελαττώματά του»
δεν πάψαμε ποτέ να παραβλέπουμε ή να μειώνουμε τη σημασία ορισμένων πράξεών
τους, με τις οποίες οι φίλοι μας προσπαθούσαν να μας δώσουν να καταλάβουμε ότι
τη φιλία μας δεν τη χαρακτήριζε αμοιβαιότητα.
Δεν μπορούσαμε ασφαλώς ποτέ να
ξεχάσουμε το Λόρδο Βύρωνα. Ούτε το Ναβαρίνο. Γι αυτό όταν το 1849 για τον
εμπρησμό του σπιτιού του περίφημου Βρετανού υπηκόου Εβραιοπορτογάλου Πατσίφικο, μας έκαναν
αποκλεισμό του Πειραιά με το στόλο τους, είπαμε δεν πειράζει. Φίλοι μας είναι.
Ας μας κάνουν και κανένα φιλικό αποκλεισμό…….Κι όταν ακόμη το 1854, με την
ευκαιρία του Κριμαϊκού πολέμου, μας έκαναν μια μικρή κατοχή του Πειραιά….το
δεχτήκαμε. Τι να κάνουμε;
Όταν το 1870 σκοτώθηκαν από ληστές
στο Δήλεσι τρεις Άγγλοι τουρίστες, το Βρετανικό Κοινοβούλιο υποχρέωσε την Ελληνική
Κυβέρνηση να παραιτηθεί. Πως μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού η Αγγλία ήταν
Προστάτιδα Δύναμη! Άλλωστε και ο διαβόητος Έλγιν από ενδιαφέρον είχε μεταφέρει
τους αρχαίους θησαυρούς του Παρθενώνα στο Λονδίνο, που ως γνωστό, φημίζεται για
το καλό του κλίμα, για να τους «προστατέψει»
απ’ το απαίσιο και υγρό κλίμα της Αθήνας (!).
Όταν πάλι η Αγγλία αγόρασε την Κύπρο
απ’ το Σουλτάνο, χαρήκαμε. Γιατί σκεφτήκαμε ότι η καλή μας φίλη, που μας είχε
χαρίσει τα Επτάνησα, συμπτωματικά κατοικημένα από Έλληνες, δεν θ’ αργούσε να
δείξει το φιλελληνισμό της με μια ανάλογη χειρονομία και στην Κύπρο. Βέβαια,
μας παραξένεψε λίγο το γεγονός ότι ο τουρκικός στόλος είχε αρχηγό τον Αύγουστο
Κάρολο Χόβαρτ πασά, όταν έκανε τον αποκλεισμό της Κρήτης. Αλλά η πίστη μας στη
φιλία της Αγγλίας βρήκε τη δικαίωσή της με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου,
όταν με αγγλική συνηγορία ξεπήδησε, στα χαρτιά τουλάχιστον, η Ελλάς των δυο
Ηπείρων και των πέντε Θαλασσών. Είχε γίνει, μάλιστα, λόγος και για την Κύπρο
και για τα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα. Αργότερα, βέβαια, οι πολλές υποσχέσεις
ξεχάστηκαν, μα κι αυτό το αποδώσαμε στα δικά μας πολιτικά λάθη.
Χόβαρτ Πασάς |
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πραγματικά η χρυσή εποχή της ελληνο-αγγλικής φιλίας. Τι ωραία ήταν, αλήθεια, όταν άρχισαν να φθάνουν στην Ελλάδα, στις αρχές του 1941, τα Εγγλεζάκια, γεμάτα κέφι κι αγάπη για τους φίλους τους Έλληνες, τους μόνους συμμάχους τους στις μαύρες εκείνες μέρες. Κι εμείς θεωρούσαμε φυσικό να δείξουμε έμπρακτα την αγάπη μας, ακόμα κι όταν ξέραμε ότι θα είχε φοβερές συνέπειες για μας. Όταν ένας Έλληνας υπόθαλπε Άγγλο στρατιώτη, ο Άγγλος κινδύνευε το πολύ να βρεθεί σε στρατόπεδο αιχμαλώτων, τον Έλληνα, όμως, τον περίμενε το γερμανικό εκτελεστικό απόσπασμα. Και πώς περιμέναμε κάθε βράδυ ν’ ακούσουμε απ’ το B.B.C. τη φράση: «Εδώ Λονδίνο». Και με πόση προσήλωση φροντίζαμε ν’ ακολουθούμε τις εντολές και τις οδηγίες του Λονδίνου, έστω κι αν η εφαρμογή τους είχε σαν επακόλουθο ατέλειωτες τραγωδίες.
Κι όταν το 1942, την εποχή που το Ναυτικό μας πολεμούσε σύσσωμο στο πλευρό της Αγγλίας και η Ελληνική Ταξιαρχία βρισκόταν στην πρώτη γραμμή στο Ελ Αλαμέϊν, ήλθε η δήλωση του τότε Άγγλου Υπουργού των Εξωτερικών για αποκατάσταση της πλήρους εδαφικής ακεραιότητας της Αλβανίας, να ρίξει παγωμένο νερό στ’ όνειρό μας για την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου. Ένα όνειρο που συνεχίστηκε και στα Δωδεκάνησα το 1943 μετά την ανακωχή των Ιταλών και την άφιξη στα νησιά μας μικρής και ισχνής Αγγλικής στρατιωτικής δύναμης, που δεν κατόρθωσε φυσικά ν’ αντιμετωπίσει την άριστα σχεδιασθείσα αποβατική επιχείρηση των Γερμανών.
Δεν θεωρήσαμε ευγενικό, την εποχή που η ανθρωπότητα ζούσε τη δίνη του πολέμου, να θέσουμε και πάλι το ζήτημα της Κύπρου, σε στιγμές που η Αγγλία έδινε τα πάντα για ν’ αποκτήσει ένα σύμμαχο κι ούτε ακόμη που με τις παλινωδίες της προσπαθούσε να πείσει την Τουρκία να πολεμήσει στο πλευρό της με αντάλλαγμα τα Δωδεκάνησα. Πιστεύαμε στην Αγγλία και λέγαμε ότι, αφού τα εθνικά μας αιτήματα είναι δίκαια, κάποια μέρα, η Αγγλία θα κρίνει τη στιγμή κατάλληλη να τα ικανοποιήσει.
Πώς να ξεχάσουμε το στρατηγό Ρόλαντ Σκόμπυ και τους Άγγλους στρατιώτες, που έδωσαν τη ζωή τους το Δεκέμβρη του 1944, για να μπορέσει η απελευθέρωση της Ελλάδας απ’ τους Γερμανούς να γίνει πραγματικότητα. Ανεξάρτητα, βέβαια, αν αυτοί τους οποίους αντιμετώπισε αμέσως μετά ο Σκόμπυ ήταν οπλισμένοι απ’ τους ίδιους τους Άγγλους.
Ο Άγγλος στρατηγός Σκόμπυ |
Όταν τέλειωσε ο πόλεμος κι άρχισε η εγκατάλειψη της αυτοκρατορίας, μέσα σ’ ελάχιστη χρονική περίοδο όλοι οι έγχρωμοι υπήκοοι της Αγγλίας απόκτησαν την ανεξαρτησία τους. Κι όταν δειλά τολμήσαμε να θέσουμε το ερώτημα: Τι θα γίνει με τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο, θα ενωθούν με την Ελλάδα; ακούσαμε για μεν τα Δωδεκάνησα: «Τι τη θέλετε την ένωση με τη φτωχή Ελλάδα; Θα ενωθείτε με την πλούσια Αγγλία ή το πολύ-πολύ να σας δώσουμε κάποια…. αυτονομία»! Για δε την Κύπρο ακούσαμε εκείνο το φοβερό «Never» (Ποτέ)! Το ευτύχημα όμως για τα Δωδεκάνησα ήταν ότι σ’ αυτά πολέμησε γενναία ο Ιερός μας Λόχος, που με τις καταδρομικές του επιχειρήσεις έφερε τη λευτεριά σε πολλά νησιά μας, υπογράφοντας έτσι την αμετάκλητη ένωσή τους με την Ελλάδα, ενώ στην Κύπρο συνεχίστηκε το πρόβλημα.
Και δεν κρατήσαμε κακία ούτε για τον Αυξεντίου, τον Καραολή, τον Δημητρίου, τον Παλληκαρίδη, ούτε για τους τόσους άλλους, που έδωσαν τη ζωή τους για ν’ απελευθερωθεί η Μεγαλόνησος. Τους είδαμε σαν στρατιώτες που έπεσαν στη μάχη.
Ο Εθνάρχης της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Μακάριος |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου