Νομική και Ιστορική Προσέγγιση*
Ο έντονος διαπολιτειακός βίος εντός του ελλαδικού χώρου τόσο κατά τους κλασικούς όσο και κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, οδήγησε στη διάπλαση κανόνων «διεθνούς», όπως θα λέγαμε σήμερα, δικαίου, που ίσχυαν αφ’ ενός μεν μεταξύ αυτόνομων (ανεξάρτητων) ελληνικών πόλεων-κρατών και αφ’ ετέρου δε μεταξύ ελληνικών πόλεων και μη ελληνικών (βαρβαρικών) κρατών.
Ανάμεσα στις πηγές του ισχύσαντος δικαίου μεταξύ των ανεξάρτητων ή κυρίαρχων ελληνικών πόλεων ήσαν και τα «πάντων των ανθρώπων νόμιμα», όπως η υποχρέωση να παραμένουν σεβαστοί οι ιεροί χώροι και οι προσφεύγοντες σ’ αυτούς ικέτες και η υποχρέωση των εμπολέμων να μην αρνούνται την αιτούμενη από τους αντιπάλους εκεχειρία, προκειμένου να εξασφαλισθεί η ταφή των πεσόντων στη μάχη ή η απρόσκοπτη κοινή διεξαγωγή αθλητικών αγώνων και εορταστικών εκδηλώσεων.
Έτσι καθιερώθηκαν θεμελιώδεις θεσμοί, που απέβλεπαν στην προστασία των αλλοδαπών. Κι ένας τέτοιος θεσμός ήταν η ασυλία, δηλαδή η προστασία και εγγύηση της ξένης ζωής ή η ασφάλεια της ξένης περιουσίας. Παράδειγμα έχουμε τους Αμφικτύονας των Δελφών, που αναγνώρισαν με ψήφισμά τους την ασυλία στους «περί τον Διόνυσον τεχνίτας» της Αθήνας. Σπουδαία, επίσης, ήταν και η εκεχειρία (ανακωχή), δηλαδή η διακοπή των εχθροπραξιών. Την συναντούμε κατά τη διάρκεια των τεσσάρων μεγάλων εθνικών πανηγύρεων των αρχαίων Ελλήνων (Ολυμπιακών και άλλων αγώνων), διαρκούσε μήνα και ονομαζόταν ιερομηνία. Εκεχειρία ακόμη ήταν και εκείνη, που αποτελούσε, μάλιστα, ρήτρα διαιτησίας και έγινε το 423 π. Χ. ανάμεσα στους Αθηναίους και τους Σπαρτιάτες [1].
Ο θεσμός της ασυλίας καθώς ήταν διαδεδομένος σ’ ολόκληρο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο τον συναντούμε και στο νησί της Κω, όπου σύμφωνα με επιγραφές που μνημονεύουν τιμητικά διατάγματα διαβάζουμε για την απονομή του προνομίου της προξενίας, την οποίαν απέδιδε η πόλη της Κω σε άτομο άλλης πόλης και στους απογόνους του, με αφορμή την εξασφάλιση της προαγωγής εμπορικών και άλλων συναλλαγών ανάμεσα στις δύο πόλεις και με τη ρητή αναφορά: «δεδόχθαι τῳ δάμῳ επαινέσαι τε αυτόν και ήμεν πρόξενον τας πόλιος τας Κῴων και εκγόνους. Ήμεν δε αυτοίς έσπλουν και έκπλουν και εμ πολέμῳ και εν ειράνᾳ ασυλεί και ασπονδεί και αυτοίς και χρήμασι…»[2]. Δηλαδή ο αλλοδαπός αποκτούσε εκτός από το προνόμιο του προξένου και το δικαίωμα της ασυλίας, το οποίο τον προστάτευε κάθε φορά που επισκεπτόταν το νησί. Στο Ασκληπιείο της Κω, που υπήρξε το πιο φημισμένο λατρευτικό κέντρο του θεού Ασκληπιού και σπουδαιότατο θεραπευτήριο ασθενών στην αρχαιότητα, βρέθηκε από τον γερμανό αρχαιολόγο Rudolf Herzog το 1903 μια επιγραφή, που ανήκει στο πρώτο μισό του 3ου π. Χ. αιώνα, η οποία αποτελεί τον θεμελιώδη νόμο της ασυλίας του Ιερού εκείνου χώρου[3]. Η επιγραφή θα μπορούσε να διαχωριστεί σε έξι ενότητες, που προσδιορίζουν με ακρίβεια την εφαρμογή των όρων της ασυλίας καθώς και τις συνέπειες για τους παραβάτες της.
Η πρώτη ενότητα καθιερώνει, σύμφωνα με το χρησμό του Πυθίου Απόλλωνα, το θεσμό της ασυλίας στο Ασκληπιείο («[Το ιερόν του Ασκλαπιού άσυλον έστω κατά χρησμόν του Απόλλωνος του Πυθίου καθάπ]ερ κα[θιέρωται»). Με τη δεύτερη ενότητα κρίνεται ένοχος τιμωρίας ως ιερόσυλος όποιος παραβαίνει τους όρους της ασυλίας («αι δε τις κα παραβαίνῃ τος όρος τας ασυλίας,ένοχος έστω][τᾳ]τε δίκᾳ [και τᾳ επαρᾴ ως ιερόσυλος»). Η τρίτη ενότητα τονίζει την ανάγκη οι όροι να γίνουν σαφείς και να περιβληθεί το Ιερό κυκλικά σύμφωνα με όσα οι όροι περιλαμβάνουν («όπως δε τοι όροι εύσαμοι έωντι,περιμα]ρυέσθω το ιερ[όν κύκλῳ καθώς τοι όροι περιέχοντι»)[4]. Η τέταρτη ενότητα αναφέρει ότι ο νόμος αυτός (της ασυλίας) θα ισχύει για πάντα και κατά τη διάρκεια πολέμου και κατά τη διάρκεια ειρήνης («ο δε νόμος ούτος ες πάντας] τος χρόνος κύριο[ς έστω και εμ πολέμῳ και εν ειράνᾳ»). Η πέμπτη ενότητα ρητά υπενθυμίζει ότι όποιος ξένος έλθει στο Ιερό (Ασκληπιείο) θα υπόκειται στους νόμους των Κώων («ξένος όστις κα ες το ιε]ρόν έλθῃ, νόμοις χρ[ήσθω τοις Κῲων»)[5]. Στην τελευταία ενότητα διαβάζουμε ότι όποιος με βία πάρει από το Ιερό αντικείμενα ή χρήματα, ορμώμενος από οποιανδήποτε αφορμή, θα είναι υπόδικος απέναντι του Ασκληπιού και της πόλης των Κώων, γιατί θα έχει διαπράξει τα αντίθετα που επιβάλλει η ευσέβεια προς το θεό και η ασφάλεια της πόλης («αι δε τις κα βίᾳ εκ του ιερού άγῃ ή σώμα ή] χρήμα οτιούν οποθε[νούν ορμώμενος, τῳ τε Ασκλαπιῲ και τᾳ πόλι τᾳ Κῲων υ]πεχέτω δίκαν υπέρ το[υ εναντία πράξαι τᾳ τε ποτί τον θεόν ευσεβείᾳ και τᾳ][τας πό]λιος ασφαλείᾳ».
Το περιεχόμενο της πιο πάνω επιγραφής επιβεβαιώνει την παγίωση του προνομίου της ασυλίας και τη θεσμοθέτηση του εύρους αυτής εντός του Ιερού χώρου του Ασκληπιείου της Κω. Είναι η περίοδος που οι Κώοι σφυρηλάτησαν μια σπουδαία πρόοδο στην πολιτική και την εν γένει ζωή τους, σημαδεύοντας τη συμπλήρωση της ανάπτυξής τους με την ανάδειξη του Ασκληπιείου τους ως χώρου Πανελλήνιου πανηγυρικού εορτασμού της πενταετηρίδας του, με θυσίες, αθλητικούς και μουσικούς αγώνες αφιερωμένους στον Ασκληπιό. Είναι επίσης η εποχή της βασιλείας των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, κατά την οποία το νησί της Κω στάθηκε ψηλά στην εκτίμησή τους κατέχοντας μια προνομιούχα θέση[6]. Απόλαυσε το δικαίωμα κοπής δικών του νομισμάτων, απαλλάχτηκε από κάθε φορολογία, ανέπτυξε το εξαγωγικό εμπόριο και την οικονομία του κι’ εξελίχτηκε σ’ ένα διακεκριμένο πνευματικό κέντρο. Η τάξη κυρίως των ιατρών της Κω συνέχισε να είναι αξιόλογη κατά την περίοδο των Πτολεμαίων, ενώ σημαντική ήταν και η συρροή των ασθενών απ’ όλα τα μέρη του γνωστού τότε κόσμου στο φημισμένο Ασκληπιείο, που οφείλετο στη λαμπρή παράδοση της Ιατρικής Σχολής της Κω και ιδιαίτερα στη φήμη του Ιπποκράτη και των διαδόχων του. Η επιδίωξη άλλωστε της παραχώρησης ασύλου από τους Κώους σε κάθε καταδιωκόμενο που ζήταγε προστασία στο Ασκληπιείο τους, φανερώνει πόσο περήφανοι ένοιωθαν για την ύπαρξή του, θεωρώντας το συνάμα κέντρο της ζωής της πόλης τους.
Μέχρι το έτος 241 π. Χ. η εορτή προς τιμή του θεού Ασκληπιού ήταν καθαρά τοπική και ετήσια («Μικρά Ασκληπίεια»). Αργότερα οι Κώοι αποφάσισαν να γίνεται ανά πενταετία με τη συμμετοχή θεωρών[7] και αθλητών απ’ όλες τις Ελληνικές πόλεις («Μεγάλα Ασκληπίεια») και με εφαρμογή της ασυλίας και εκεχειρίας κατά τη διάρκειά της. Στους χώρους του Ασκληπιείου της Κω βρέθηκε ένας μεγάλος αριθμός επιγραφών που αναφέρονται σε έγγραφα της ασυλίας, τα οποία δημοσίευσαν το 1952 οι Rudolf Herzog και Guenther Klaffenbach[8]. Σύμφωνα με τις επιγραφές αυτές στάλθηκαν από την Κω αντιπρόσωποι (θεωροί) σε βασιλείς και σε πόλεις-κράτη ζητώντας τη δημόσια αναγνώριση του δικαιώματος της ασυλίας, της εκεχειρίας και του απαραβίαστου του Ασκληπιείου κατά τη διάρκεια των πανηγυρικών εκδηλώσεων των Μεγάλων Ασκληπιείων. Τα ονόματα Κώων θεωρών διαβάζουμε στους πιο πάνω συγγραφείς[9], ενώ οι ίδιοι, παράλληλα με τη δημοσίευση των σχετικών με την ασυλία επιγραφών, παραθέτουν και κατάλογο με τα ονόματα τόσο των ηγεμόνων που αναφέρονται στις επιγραφές της ασυλίας, όσο και των πόλεων που δέχτηκαν αντιπροσώπους των Κώων. Οι ηγεμόνες ήταν: ο Γέλων, γιός του τυράννου των Συρακουσών Ιέρωνος του Β΄, ο Πτολεμαίος ο Β΄, ο Φιλάδελφος, ο Πτολεμαίος ο Γ΄,ο Ευεργέτης, ο Σέλευκος ο Β΄ και ο Ζιαήλας της Βιθυνίας. Σ’ αυτούς μπορούμε να προσθέσουμε και τον Αντίγονο το Γονατά της Μακεδονίας, όπως θα δούμε παρακάτω. Οι πόλεις ήταν: η Σπάρτη, η Μεσσήνη, η Θέλπουσα, η Ήλιδα, η Αίγειρα, τα Μέγαρα, η Θήβα στη Φθιώτιδα, το Ομόλιο , οι Γόννοι , η Κασσάνδρεια, η Αμφίπολη, οι Φίλιπποι, η Πέλλα, η Αίνος, η Μαρώνεια στην ηπειρωτική Ελλάδα. Στη Δύση ήταν η Κέρκυρα, η Νεάπολη και η Ελέα στην Κάτω Ιταλία, η Καμάρινα και η Γέλα(η Φιντιάς) στη Σικελία, η Κίος , η Ιασός και η Πριήνη στη Μικρασία. Αντιπροσώπους ,τέλος, δέχτηκαν και ορισμένες πόλεις της Κύπρου, η Ρόδος, η Φαιστός, η Ιεράπυτνα και η Ίστρος στην Κρήτη[10].
Αναμφίβολα με τη συμμετοχή τόσων πόλεων και ηγεμόνων η υπόθεση της πανηγυρικής διοργάνωσης των Ασκληπιείων της Κω έπαιρνε πανελλήνιο χαρακτήρα. Αναδεικνύονταν έτσι και οι κοινωνικο-οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις των Κώων με τους άλλους Έλληνες, γεγονός που σίγουρα διεύρυνε, ενίσχυε και σφυρηλατούσε δεσμούς μεταξύ των Ασκληπιάδων ιατρών της Σχολής της Κω και των συναδέλφων τους άλλων περιοχών. Η συμμετοχή στους πανηγυρικούς εορτασμούς και στις μουσικές και αθλητικές εκδηλώσεις των Ασκληπιείων της Κω είχε ως κέντρο βάρους την ασυλία και την εκεχειρία του Ιερού χώρου του Ασκληπιείου. Γι’ αυτό και στο σύνολο σχεδόν των πιο πάνω επιγραφών γίνεται αναφορά στην ασυλία με φράσεις , όπως: « άσυλον είναι το ιερόν του Ασκληπιού» ή «το ιερόν τῳ Ασκλαπιῴ τῳ εγ Κῳ άσυλον υπάρχῃ» ή «την τε δη θυσίαν και την πανήγυριν και την του ιερού ασυλίαν δεχόμεθα». Ρητές επίσης αναφορές γίνονται και για την εκεχειρία : «δέχεσθαι ταν θυσίαν και ταν εκεχιρίαν και το ιερόν άσυλον είμεν καθά επαγγέλλοντι παρά των Κῴων» ή «αποδέχεσθαι ταν θυσίαν και ταμ εκεχειρίαν»[11].
Βέβαια η ασυλία και η εκεχειρία του Ιερού χώρου του Ασκληπιείου της Κω, που γίνεται αποδεκτή από την ηγεσία των άλλων πολιτειών, προϋπέθετε τη σφυρηλάτηση ισχυρότατων δεσμών φιλίας, συμμαχίας, ακόμη και κοινής γενεαλογικής καταγωγής (δωρικού αίματος) ανάμεσα στους Κώους και στους αναγνωρίζοντες το θεσμό αυτό. Έτσι σε αρκετά διατάγματα της ασυλίας τονίζονται με εμφαντικό τρόπο οι φράσεις: «Επειδή Κῴοι φίλοι εόντες και συγγενείς[12] των Μεσσανίων» (δηλ. των κατοίκων της Μεσσήνης της Πελοποννήσου) ή «την τε φιλίαν και την συγγένειαν την υπάρχουσαν ταις πόλεσιν εξ αρχής αυταίς προς αυτάς και τῳ άλλῳ έθνει των Θεσσαλών»[13] ή «επειδή οι Κῴοι συνοικισταί[14] εγένοντο τας πόλιος αμών υπαρχόντων τε αυτοίς παρ’ αμείν των μεγίστων και αναγκαιοτάτων, συγγενείας τε και οικειότατος και ισοπολειτείας» ή «συγγενείας τε και οικιστείας[15] και ισοπολιτείας».
Χαρακτηριστικά επίσης της διαμόρφωσης κλίματος καλών σχέσεων των Κώων με τους άλλους Έλληνες, με αφορμή την αναγνώριση του δικαιώματος της ασυλίας του Ασκληπιείου τους, θεωρούνται και τα ψηφίσματα που στάλθηκαν το 242 π. Χ. από τις τέσσερις μακεδονικές πόλεις Κασσάνδρεια, Αμφίπολη, Φιλίππους και Πέλλα, τα οποία είχαν ληφθεί από τα πολιτειακά τους όργανα, δηλ. τη βουλή ή την εκκλησία του δήμου, ακόμη και στην Πέλλα ,όπου είχε την έδρα του ο Μακεδόνας μονάρχης Αντίγονος ο Γονατάς[16]. Οι προτάσεις: «είναι δε και το ιερόν άσυλον, καθάπερ και ο βασιλεύς Αντίγονος προαιρείται» ή «κατά την του βασιλέως βούλησιν», που απαντούν στα τρία, εκτός της Πέλλας, ψηφίσματα, είναι αρκετά ενδεικτικές[17]. Η Κως, παρόλο που ανήκε στη σφαίρα επιρροής των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, διατηρούσε φιλικές διαθέσεις προς τις μακεδονικές πόλεις, τον βασιλέα Αντίγονο και γενικά προς τους Μακεδόνες. Ήταν η περίοδος κατά την οποία το Αιγαίο βρισκόταν στην επιρροή του βασιλιά της Μακεδονίας. Στο ψήφισμα της Κασσανδρείας, για παράδειγμα, τονίζεται η εύνοια «ην έχουσα διατελεί (η Κως) προς τε τομ βασιλέα Αντίγονον και την Κασσανδρέων πόλιν και προς τους λοιπούς Μακεδόνας πάντας», ενώ στα ψηφίσματα των Αμφιπολιτών και των Πελλαίων αναφέρεται η οικειότης των Κώων προς τους Μακεδόνες. Εντυπωσιακή απόκλιση παρουσιάζει το ψήφισμα των Φιλίππων, όπου στην πρόταση, η οποία εκφράζει την εύνοια της Κω προς τον βασιλέα Αντίγονο, την πόλη και τους Μακεδόνες, γίνεται λόγος και για άλλους Έλληνες: «και επί τῃ ευνοίᾳ τῃ τε προς τομ βασιλέα Αντίγονον και τημ πόλιν των Φιλίππων και τους άλλους Έλληνας και Μακεδόνας»[18]. Μία πρόχειρη ανάγνωση αυτής της φράσης θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι γίνεται διάκριση Μακεδόνων και Ελλήνων. Αυτό θα συνέβαινε αν η φράση κατέληγε ως εξής: και προς τους άλλους Μακεδόνας και Έλληνας. Όπως όμως έχει η φράση μπορεί και πρέπει να ερμηνευθεί αν στο και δοθεί επιτατική-εμφαντική σημασία (δηλ. και ιδιαίτερα, προπάντων).Η φράση του ψηφίσματος των Φιλίππων δηλώνει με μεγαλύτερη έμφαση αυτό που και στα άλλα μακεδονικά ψηφίσματα αναφέρεται, ότι δηλ. η πόλη της Κω έχει κάθε λόγο να δηλώσει την επιθυμία της για διατήρηση φιλικών σχέσεων προς όλους τους Έλληνες και ιδιαίτερα προς τους Μακεδόνες[19].
Ο θεσμός της ασυλίας του Ασκληπιείου της Κω θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου ακόμη και κατά την περίοδο των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων. Είναι γνωστό ότι με τη μεσολάβηση του Γάϊου Στερτίνιου Ξενοφώντα, Κώου προσωπικού ιατρού και φίλου του αυτοκράτορα Κλαυδίου, η Ρωμαϊκή Σύγκλητος το έτος 23 μ. Χ. επικύρωσε το αίτημα των Κώων για συνέχιση της αναγνώρισης της ασυλίας του Ασκληπιείου τους[20]. Έτσι το Ασκληπιείο της Κω υπήρξε ένας από τους λίγους ελληνικούς ιερούς χώρους, που έτυχαν της καθολικής αποδοχής και προστασίας των Ρωμαίων. Αυτή δε καθ’ αυτό η ασυλία αναδείχτηκε σε σημείο αναφοράς της ιστορίας τόσο του «σφόδρα» ένδοξου και διάσημου Ασκληπιείου, όσο και της ομαλής και αμετάβλητης πορείας του πολιτικού και πολιτισμικού γίγνεσθαι των Κώων κατά την αρχαιότητα[21].
*: Ανακοίνωσή μου στη 2η Αμφικτυονία Εταιρειών & Συλλόγων Ιστορίας Ιατρικής & Ηθικής-Δεοντολογίας: ΙΠΠΟΚΡΑΤΙΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ Χθες-Σήμερα-Αύριο. «Ασκληπιεία», 30 Απριλίου - 3 Μαΐου 2009, που έγινε στο Διεθνές Ιπποκράτειο Ίδρυμα της Κω.
Σημειώσεις
- Θουκυδίδου Δ΄,118,8: «δίκας τε διδόναι υμάς τε ημίν και ημάς υμίν κατά τα πάτρια, τα αμφίλογα δίκη διαλύοντας άνευ πολέμου».
- Βesnault - Dubois, Inscriptions de l’ ile de Cos στο BCH(1881) σ.σ.206-208. Πρβλ. Dimitris Bosnakis - Klaus Hallof, Alte und neue Inschriften aus Kos I, στο CHIRON (Sonderdruck aus Band 33-2003) Muenchen σ.225.
- Rudolf Herzog, Heilige Gesetze von Kos στο AbhAkBerlin 1928 σ.33, αριθ. 13.
- Αντίστοιχη είναι η αναφορά του Παυσανία (ΙΙ 27,1) για το Ασκληπιείο της Επιδαύρου: «το δε ιερόν άλσος του Ασκληπιού περιέχουσιν όροι πανταχόθεν» κλπ.
- Για το νομικό καθεστώς των Κώων κατά την αρχαιότητα βλέπε Βασίλη Σ. Χατζηβασιλείου, Ιστορία της Νήσου Κω. Αρχαία- Μεσαιωνική- Νεότερη, Έκδοση Δήμου Κω 1990,σ.σ.116-119.
- Σ’ αυτό συνετέλεσε και η γέννηση στην Κω του Πτολεμαίου του Β΄ του Φιλάδελφου (309-247 π. Χ.). Βλ. Βασίλη Σ. Χατζηβασιλείου, Ιστορία της Νήσου Κω, ό. π. σ.94.
- Οι Θεωροί ήταν οι επίσημοι αντιπρόσωποι μιας πόλης ή ενός βασιλέα σε θρησκευτικές εορτές, τις οποίες διοργάνωνε κάποια άλλη πόλη ή άλλος βασιλέας. Ο αρχηγός της θεωρίας, που πλήρωνε και όλα τα σχετικά έξοδα της αποστολής, λεγόταν Αρχιθέωρος. Η αποστολή απαρτιζόταν από τον Αρχιθέωρο και ένα ή και δύο θεωρούς, σπάνια δε από ένα μονάχα θεωρό. Εκείνος που είχε την επιμέλεια των χρημάτων των θεωρών και φρόντιζε για την υποδοχή τους, λεγόταν Θεωροδόκος. Για το θεσμό των θεωρών βλέπε περισσότερα στον Paul Boesch, Θεωρός, Goettingen 1908,8o,p.p.X 143.
- R. Herzog- G. Klaffenbach, Asylieurkunden aus Kos στο AbhAkBerlin 1952, Nr.1.
- Asylieurkunden σ. σ. 28-30.
- Asylieurkunden σ. 30. Πρβλ. S. M. Sherwin -White, Ancient Cos. An Historical Study from the Dorian Settlement to the Imperial Period στη σειρά Hypomnemata, 51, Goettingn 1978,σ.σ.111-114. Η ίδια, μάλιστα, συγγραφέας τονίζει ότι και η Δελφική Αμφικτυονία αναγνώρισε την Κωακή πανήγυρη των Μεγάλων Ασκληπιείων, ενώ η αποστολή Κώων θεωρών (αντιπροσώπων) σε Σαμοθράκη και Χίο, στο Άργος και στο Κοινόν των Θεσσαλών είναι επίσης επιβεβαιωμένη.
- R. Herzog - G. Klaffenbach, ό.π.σ.σ.7, 11-12,14-16,18-21,25-26 και D. Bosnakis-Κ. Ηallof, II. Asylieurkunden στo CHIRON ό. π. σ.σ.230-232,235-243.
- Εδώ με τη λέξη συγγενείς υπονοούνται οι εκ του αυτού δωρικού γένους καταγόμενοι.
- Για τη φυλετική συγγένεια της Κω με τη Θεσσαλία, όπως επίσης για το γενεαλογικό σύνδεσμο του Ιπποκράτη με τους Θεσσαλούς βλέπε Βασίλη Σ. Χατζηβασιλείου, Η τελευτή του Ιπποκράτη στη Θεσσαλία. Σχέσεις Κώων & Θεσσαλών στα ΚΩΑΚΑ, τόμος Ε΄, Αθήνα 1995 σ.σ.107-137.
- Δύο πόλεις της Σικελίας, η Καμάρινα και η Γέλα (η Φιντιάς), είχαν συγγενικούς δεσμούς με την Κω και αποκαλούσαν τους Κώους « συνοικιστές», δηλ. ιδρυτές των πόλεών τους. Βλ. Βασίλη Σ. Χατζηβασιλείου, Ιστορία της Νήσου Κω, ό. π. σ. 57.
- Βλ. υποσημείωση 13.
- Είναι γνωστό ότι το έτος 283/2 προσέλαβε τον τίτλο του βασιλέως της Μακεδονίας ο Αντίγονος ο Γονατάς. Το ψήφισμα των Αμφιπολιτών αρχίζει με τη φράση: «βασιλεύοντος Αντιγόνου έτους ενός και τεσσαρακοστού». Αν δεχτούμε ως εναρκτήριο έτος το 283/2,τότε η ασφαλής χρονολόγηση του ψηφίσματος των Αμφιπολιτών, αλλά και των ψηφισμάτων των τριών άλλων Μακεδονικών πόλεων, θεωρείται το έτος 242 π. Χ. Βλ.R.Herzog- G. Klaffenbach, ό. π. σ.σ. 5 - 19.
- R.Herzog-G.Klaffenbach, ό. π. σ.σ. 16 - 17.
- Βλ. υποσημείωση 16.
- Ι. Κ. Ξυδόπουλος, Κοινωνικές και Πολιτιστικές Σχέσεις των Μακεδόνων και των άλλων Ελλήνων. Συμβολή στην έρευνα της Γραμματειακής και Επιγραφικής Παραδόσεως για την Αρχαία Μακεδονία. (Διδακτορική Διατριβή υποβληθείσα στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου) Θεσσαλονίκη 1998, σ.σ. 135 - 139.
- Τάκιτος, Χρονικά ΙV 14, XII 61. Πρβλ. S.Sherwin-White,ό. π. σ.σ. 149 - 150.
- Το θέμα της ασυλίας, δηλ. του εδαφικού απαραβίαστου, τουλάχιστον ως προς τον Ελληνιστικό γενικά Κόσμο, εξαντλεί με επιτυχία ο Κ .J. Rigsby στο έργο του: Asylia. Territorial Inviolability in the Hellenistic World, University of California Press 1996.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου