Ο
Ηρακλής είναι το πιο δημοφιλές και πολυσύνθετο πρόσωπο της
Ελληνικής Μυθολογίας, αντικείμενο λατρείας σε όλη τη Μεσόγειο και πέρα ακόμη
από αυτήν. Ήρωας πανάρχαιος. Στην Ελλάδα δεν υπήρχε αρχικά ένας μύθος με ένα
πρόσωπο, αλλά ένα σύνολο διαφορετικών εξιστορήσεων, όπου υφαινόταν το
δικό του όνομα. Είναι ο θαυματουργός συμπαραστάτης, που ο προϊστορικός – και
όχι μόνο – άνθρωπος έχει ανάγκη.
Στην
αρχή, στα χρόνια που το κυνήγι και η κτηνοτροφία είναι η κύρια ασχολία
των ανθρώπων, ο Ηρακλής είναι ντυμένος με λεοντή, δαμαστής των
άγριων ζώων που απειλούν τον άνθρωπο και των εξημερωμένων που τον τρέφουν, αλλά
και των ανεξέλεγκτων δυνάμεων της Φύσης. Είναι ο ήρωας εκπολιτιστής, που
επιβάλλει την κοινωνική και ηθική τάξη, ο ήρωας της δύναμης και της ευρηματικής
ευφυΐας. Αργότερα, όταν η γεωργία αποβαίνει η βασική οικονομική δραστηριότητα
των ανθρώπων, συνδέεται με τη διαχείριση των υδάτων (εγγειοβελτιωτικά έργα) και
η ευεργετική παρουσία του προστατεύει τις καλλιέργειες. Ανταποκρίνεται και στις
θεμελιώδεις ακόμη αγωνίες των ανθρώπων (αθανασία).
Στα
ιστορικά χρόνια καθιερώνεται ως ιδρυτής βασιλικών οίκων, πόλεων και αγώνων, ως
γενάρχης φυλών και λαών, ως πρότυπο ηγεμόνα. Στα Ελληνιστικά χρόνια, όταν οι
αγωνίες των ανθρώπων αυξάνουν στο πλαίσιο των αχανών ηγεμονιών, είναι ο νικητής
των γηρατειών και του θανάτου. Υπερβαίνει, άλλωστε, ο ίδιος τον θάνατο και,
αυτοπυρπολούμενος στην κορυφή της Οίτης, ανεβαίνει ως θεός στον Όλυμπο.
Ο
Ηρακλής είναι και πάλι στις μέρες μας ήρωας επίκαιρος, γιατί εθεωρείτο από τους
Δωριείς Ηλείους ο ιδρυτής των Ολυμπιακών Αγώνων. Αυτός επέλεξε και όρισε τον
ιερό χώρο, θέσπισε τις γιορτές προς τιμήν του πατέρα του Δία, οργάνωσε τους
πρώτους αγώνες και στεφάνωσε το νικητή με το κλαδί της ελιάς, που ο ίδιος είχε
φέρει στην περιοχή. Οι δώδεκα μετόπες του ναού του Διός στην Ολυμπία είχαν ως
θέμα τους δώδεκα άθλους του. Αναδείχθηκε προστάτης των αθλητών και των συλλόγων
τους και πρότυπό τους. Οι μεγάλοι αθλητές, κυρίως της πάλης, μιμούνταν το
ντύσιμο και τα κατορθώματά του. Από τα Ελληνιστικά χρόνια έγινε και πρότυπο των
νέων και σύμβολο του αθλητικού ιδεώδους.
Ο
Ηρακλής συνδέθηκε βαθύτατα και με το νησί της Κω. Ο μύθος, που σ’ αυτόν βλέπανε
οι αρχαίοι πρόγονοι των Κώων τη ζωντανή ρίζα του ανθρώπου, μας διέσωσε την
πληροφορία ότι ο Ηρακλής, αφού αφαίρεσε τη ζώνη της Ιππολύτης από τη χώρα των
Αμαζόνων και πολιόρκησε την Τροία, αντιμετώπισε στο γυρισμό του τρομερή
τρικυμία, που εξαπέλυσε εναντίον του η ζηλότυπη Ήρα, με αποτέλεσμα να χάσει
πέντε από τα έξι πλοία του και να βρεθεί μ’ ελάχιστους συντρόφους ναυαγός στις
βόρειες αμμουδιές της Κω, κάπου στην περιοχή του Ατσά ή κατ’ άλλους, στο
ακρωτήριο Λακητήρ. Κατάκοποι και πεινασμένοι καθώς ήταν ο Ηρακλής και οι
σύντροφοί του, προχώρησαν στο εσωτερικό του νησιού. Στο δρόμο τους συνάντησαν
ένα κοπάδι από πρόβατα και το βοσκό τους, τον Ανταγόρα. Από τον άγνωστο
βοσκό ο Ηρακλής ζήτησε ένα κριάρι. Κι εκείνος τον προκάλεσε σε αγώνα. Ο Ηρακλής
δέχτηκε την πρόκληση κι έτσι άρχισε η πάλη. Στην αρχή ο αγώνας ήταν αμφίρροπος.
Σιγά σιγά όμως πήγαιναν με το μέρος του Ανταγόρα οι Μέροπες κάτοικοι της Κω και
η συμπλοκή γενικεύτηκε ανάμεσα σ’ αυτούς και τους συντρόφους του Ηρακλή. Από το
ολοένα συγκεντρούμενο πλήθος των Μερόπων και καθώς ο Ηρακλής ήταν κουρασμένος
από το ταξίδι, δεν άντεξε, απόδρασε από τη μάχη και κατέφυγε στο σπίτι μιας
γυναίκας, που καταγόταν από τη Θράκη, ενώ οι σύντροφοί του σκορπίστηκαν στα
βουνά.
Ο
βασιλιάς της Κω Ευρύπυλος - «αυτός με την πλατιά πύλη»,
ένα ολοφάνερο όνομα για τον κυρίαρχο του κάτω κόσμου- συνέχισε να καταζητεί τον
Ηρακλή, κι εκείνος διέφυγε ντυμένος με γυναικεία ρούχα σε ορεινό μέρος κοντά
στο Πυλί, που πήρε αργότερα τ’ όνομα Φύξα ή Πύξα, σε ανάμνηση της
φυγής αυτής του Ηρακλή. Εκεί ο Ηρακλής συνάντησε φιλοξενία, αποκάλυψε
στους κατοίκους ποιος πράγματι ήταν και με το κύρος, που του έδινε η μεγάλη του
φήμη, τους έπεισε να εναντιωθούν κατά του Ευρύπυλου. Στη μάχη, που
επακολούθησε, ο Ηρακλής πληγώθηκε από το γιό του βασιλιά Ευρύπυλου, τον Χάλκωνα
ή Χαλκώδοντα κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο, αλλά σκότωσε τον Ευρύπυλο και πήρε
γυναίκα του την κόρη του Χαλκιόπη {την «χαλκοπρόσωπη». Χάλκων και
Χαλκιόπη είναι ονόματα που μας μεταφέρουν στην περίοδο της εποχής του Χαλκού
(3000-1100 π.Χ.)}, η οποία γέννησε τον Θεσσαλό Ηρακλείδη. Λέγεται, ακόμη, ότι
με το δέρμα του Ευρύπυλου ο Ηρακλής έντυσε ασπίδα και την πρόσφερε δώρο στην
προστάτιδά του Αθηνά με την αφιέρωση: «Ηρακλής από Μερόπων
ταν Ευρυπύλου».
Μετά
τη νίκη του ο Ηρακλής έφυγε για τη Φλέγρα, αφού προηγουμένως αναγνώρισε τον
Χάλκωνα νόμιμο βασιλιά της Κω, της Νισύρου, της Καλύμνου και των άλλων
γειτονικών νησιών. Μ’ αυτόν τον τρόπο κυριάρχησε η γενιά των Ηρακλειδών
στην Κω, από την οποία η παράδοση θέλει να κατάγεται και ο Ιπποκράτης[1].
Βλέπουμε, δηλαδή, τους Κώους να επιζητούν στο μυθολογικό πάνθεον τους
προγόνους τους.
Ο
Ανταγόρας της μυθολογίας μας θυμίζει το γίγαντα Ανταίο στην πάλη του με τον
Ηρακλή - δύο ονόματα μ’ ελάχιστη διαφορά μεταξύ τους (Ανταγόρας-Ανταίος) - και
θα μπορούσε να χαρακτηριστεί θαυμάσια ως ένας προ-ολυμπιονίκης Κώος νικητής στο
άθλημα της πάλης, μιας και το αγώνισμα αυτό υπήρξε από τα πρώτα που
καθιερώθηκαν στους Ολυμπιακούς, είτε αυτοτελώς, είτε στα πλαίσια του «παγκράτιου»
και του «πένταθλου».
Όσο
για τον ίδιο τον Ηρακλή στους ιστορικούς χρόνους λατρεύτηκε στο νησί της Κω όσο
ελάχιστοι. Μεγαλοπρεπείς ναοί στην πόλη, στο δήμο Αλασαρνιτών και κυρίως στο
δήμο Αντιμαχιδών ( που πήρε τ’ όνομά του από τον Αντίμαχο, το γιό του)
τιμούσαν τον ημίθεο Ηρακλή. Τα αρχαιολογικά ευρήματα και οι επιγραφές του
νησιού επιβεβαιώνουν τη λατρεία προς τον Ηρακλή τον Διομεδόντειο και Έπηλυ. Οι
κάτοικοι της Κω θυσίαζαν το βράδυ ένα πρόβατο, για να τον τιμήσουν ως ήρωα και
το επόμενο πρωί του πρόσφεραν ένα ταύρο, όπως ταίριαζε σε θεό. Υπάρχει η
παράδοση ότι το πρώτο ήμισυ των θυσιών των κατοίκων της Κω τιμούσε τον Ηρακλή[2].
Ο Πλούταρχος μας διέσωσε εντυπωσιακή την είδηση, ότι στα «Ιερά τω
Ηρακλεί» που τελούσαν στο δήμο Αντιμαχιδών και διαρκούσαν τρεις ή
περισσότερες μέρες και γίνονταν για να θυμίζουν την άφιξη του Ηρακλή στην Κω, ο
ιερέας του Ηρακλή φόραγε στη θυσία γυναικεία εσθήτα και γυναικείο στόλισμα στο
κεφάλι και κάθε γαμπρός αυτά τα ίδια στο γάμο[3].
Εκεί
όμως όπου φανερώνεται η ξεχωριστή λατρεία των Κώων προς τον Ηρακλή είναι στα
νομίσματά τους. Από τον 4ο τουλάχιστον μέχρι τον 2ο π. Χ.
αιώνα το κεφάλι του πωγωνοφόρου Ηρακλή με τη λεοντή, ακόμη και το ρόπαλο, είναι
το επικρατέστερο μοτίβο στα εμπροσθότυπα των κωακών νομισμάτων, ενώ στα
οπισθότυπά τους εμφανίζεται συνήθως ο καρκίνος, το «εθνικό σύμβολο» του
νησιού[4]. Και ο καρκίνος είναι ο πελώριος εκείνος κάβουρας που
δάγκωνε το πόδι του ήρωα καθώς έκοβε τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας, που μετά
την εξόντωσή της από τον Ηρακλή, η Ήρα τον ύψωσε στον ουρανό σαν σημείο στο
ζωδιακό κύκλο κοντά στο λιοντάρι. Είναι η θέση όπου, σύμφωνα με τις θεωρίες των
ωροσκόπων, οι ψυχές των ανθρώπων κατεβαίνουν κάτω στις χαμηλότερες περιοχές. Με
το σημείο του καρκίνου αρχίζει το υποχθόνιο μισό του ουρανού, επισημαίνει ο Kerenyi στο έργο του: «Η Μυθολογία των Ελλήνων».
Έτσι
ο Ηρακλής ως σύμβολο δύναμης ενέπνευσε και τους «αμύμονες» (άψογους,
εξαίρετους) Κώους πρωταθλητές και ολυμπιονίκες των ελληνιστικών και ρωμαϊκών
χρόνων. Με τους μύθους του Ηρακλή ερμηνεύεται και ο σημερινός άνθρωπος, που
επιδιώκει τη συναδέλφωση, την ειρηνική συνύπαρξη, την άμιλλα και την
προβολή του αγωνιστικού του ιδεώδους. Μακάρι το λαοφιλέστερο πρόσωπο της
Ελληνικής Μυθολογίας, ο ημίθεος Η ρ α κ λ ή ς, να εμπνέει πάντοτε ολόκληρη την
Ανθρωπότητα προς το ΕΥ ΖΗΝ και το ΕΥ
ΑΓΩΝΙΖΕΣΘΑΙ!
Σημειώσεις
*
Ομιλία που διοργάνωσε ο Πνευματικός Όμιλος Κώων «Ο Φιλητάς» στις 18/8/2004 στο
Πολιτιστικό Πολύκεντρο της Κω με θέμα: Πρωταθλητισμός και Γενετική,
με ομιλητές τον γράφοντα και τον καθηγητή της Γενετικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών
κ. Σταμάτη Αλαχιώτη.
1.
Ομήρου,
Ιλιάδα. Ραψωδία Ξ΄, 255 και Ραψωδία Ο΄, 28. Πλουτάρχου, Ηθικά, Αίτια
Ελληνικά, 58. Απολλοδώρου Β΄,7,1 «Ηρακλής Μαινόμενος»
177.1191. Πρβλ.P. Decharme, Ελληνική Μυθολογία,
Αθήνα 1959, σ. 498. Βασίλη Σ. Χατζηβασιλείου, Ιστορία της Νήσου
Κω. Αρχαία-Μεσαιωνική-Νεότερη.Έκδοση Δήμου Κω 1990,
σ.53-54.
2.
Κικέρων,
De natura deorum, 3.42.
3.
Πλούταρχος
, Ηθικά, Αίτια Ελληνικά 58.
4.
Βασίλη
Σ. Χατζηβασιλείου, ό. π. σ.130.Πρβλ. Μαρίας Τουλαντά-Παρισίδου, Αρχαίοι Χρόνοι
της Κω. Ιστορία-Τέχνη-Νομισματική. Άνθρωποι,
Θεοί & Σύμβολα. Έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης
Δωδεκανήσου (ΟΠΑΔ), Ρόδος 2006, σ.99-102.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου