Το έτος 1912 το Γερμανικό
Πανεπιστήμιο της Jena, στα πλαίσια της ιατρο-ιστορικής του
συμβολής, εξέδωσε μια αξιόλογη πραγματεία του Καθηγητή Theod.
Meyer-Steineg με τίτλο: “Chirurgische instrumente des
altertums” (Χειρουργικά όργανα της αρχαιότητας), που
περιλάμβανε 8 πίνακες με 68 απεικονίσεις ιατρικών εργαλείων, προερχόμενες από
τις αρχαίες πόλεις Έφεσο, Πριήνη, Νινευή και Κω.
Το πρώτο μεγάλο σε
περιεκτικότητα εύρημα χειρουργικών εργαλείων ήταν από την Έφεσο και το δεύτερο
από την Κω. Όλα τα αντικείμενα της Κω προέρχονταν από την περιοχή του
ανασκαφέντα ήδη μεταξύ των ετών 1902-1905 από τον Γερμανό αρχαιολόγο Rudolf
Herzog Ασκληπιείου και όπως γράφει ο Meyer-Steineg βρέθηκαν «στη
γωνιά ενός τειχίσματος κάτω από μια μεγάλη
πέτρα». Ο ίδιος ο Herzog, μνημονεύοντας αργότερα
σε δικό του δημοσίευμα (Die Wunderheilungen von Epidauros,
Philologus, Supplementband XXII, Heft
III, Leipzig,1931, σ. 148, σημ. 15) την ανακάλυψη
ιατρικών εργαλείων στο Ασκληπιείο της Κω μαζί με άλλα αντικείμενα (μαρμάρινα
ανθρώπινα μέλη και τερακότες), τα χαρακτήρισε όλα ως αφιερωματικές προσφορές (Weihgeschenken).
Αλλά και ο Σκεύος Ζερβός (Les Bistouris,
les Sondes et
les Curettes Chirurgicales d’ Hippocrate, Athénes, 1932, σ. 53, εικ.
41) δημοσιεύοντας ιατρικά εργαλεία που βρέθηκαν σε τάφους ρωμαϊκής
εποχής, αναφέρει τους τάφους δυο Κώων «αρχιάτρων» της
Αυτοκρατορικής περιόδου, που ανακαλύφθηκαν κοντά στο Ασκληπιείο της Κω,
γεμάτους με ιατρικά εργαλεία.
Τα ιατρικά εργαλεία του Ασκληπιείου της Κω, που
είναι μπρούντζινα, προερχόμενα, δηλαδή, από ένα κράμα χαλκού και κασσίτερου,
ανήκουν κατά πάσα πιθανότητα, όπως υποστήριξε ο Meyer-Steineg, στον 2ο π.Χ.
αιώνα. Δυστυχώς τα εργαλεία αυτά κατέληξαν σε ιδιωτικές συλλογές και η ανεύρεσή
τους στις μέρες μας έχει καταστεί αδύνατη, για να μελετηθούν επισταμένως από
τους ειδικούς και να καθορισθεί με ακρίβεια η ηλικία τους. Ωστόσο με βάση τα
όσα περιγράφει διεξοδικά στο σύγγραμμά του ο Meyer-Steineg σε συνδυασμό με την
υπάρχουσα σχετική με τα ιατρικά εργαλεία βιβλιογραφία (ελληνική και ξένη), που
παρατίθεται στο ανακοινωθέν και δημοσιευθέν πόνημά μου, διαπίστωσα ότι τα
περισσότερα των εργαλείων αυτών και δη χειρουργικών ταυτίζονται ονοματολογικά
με τα αντίστοιχα Ιπποκρατικά, ενώ παράλληλα γνωρίζουμε ότι ο ίδιος ο Ιπποκράτης
(460-370 π.Χ.) αναφέρει στα έργα του, εκτός των άλλων μετάλλων, το χαλκό και
τον κασσίτερο ως υλικά μείξης (κρατερώματος) μετάλλων για την κατασκευή
των ιατρικών του εργαλείων. Ο συνδυασμός αυτός με οδήγησε στην πιθανότερη
εκδοχή, πολλά από τα εργαλεία που βρέθηκαν στο Ασκληπιείο της Κω, να ανάγονται
σε προγενέστερη του 2ου π. Χ. αιώνα εποχή, όπως επιχειρώ να
δείξω παρακάτω.
Στο σημείο αυτό οφείλω να μνημονεύσω ότι σημαντικό βοήθημα για τη σύνθεση του
πονήματός μου υπήρξε και η διδακτορική διατριβή του γιατρού Κων/νου Γ.
Πουρναρόπουλου: «Τα Ιατρικά Εργαλεία των Αρχαίων Ελλήνων», Αθήναι 1973, όπου
περιγράφονται 350 και πλέον εργαλεία των αρχαίων Ελλήνων (συμπεριλαμβανομένων
και των Βυζαντινών), ανάμεσα στα οποία 90 τουλάχιστον αναφέρονται στα
Ιπποκρατικά κείμενα.
Σε σύνολο, λοιπόν, εικοσιτεσσάρων ιατρικών εργαλείων, που απεικονίζονται και
περιγράφονται στην πραγματεία του Meyer-Steineg, τα μισά τουλάχιστον ήταν
ήδη γνωστά στον Ιπποκράτη και κατονομάζονται στην Ιπποκρατική Συλλογή.
Πρόκειται για τα ακόλουθα εργαλεία:
1) την κοίλη μήλη, διπλής χρήσης αγκιστροειδές εργαλείο, που
χρησίμευε στη διάνοιξη συριγγίων, η οποία με τις παραλλαγές της μνημονεύεται
τουλάχιστον 21 φορές στο Corpus Hippocraticum.
2) τη σπαθομήλη,
που το ένα άκρο της καταλήγει σε κεφαλή, το δε άλλο, το πλατυσμένο σαν
σπάτουλα, προοριζόταν για την επάλειψη αλοιφών.
3) τη μάχαιρα ή μαχαιρίδιο
ή μαχαίρι ή μαχαιρίδα, το διπλό χειρουργικό εργαλείο με αμβλεία
λαβή ορειχάλκινη και έντονα κυρτή αλλασσόμενη ατσάλινη λεπίδα, ιδιαίτερα γνωστή
στον Ιπποκράτη.
4) την οξεία μαχαιρίδα,
που ήταν ένα μυτερό μαχαίρι.
5) το ημισπάθιο,
που η μια του άκρη είχε κοφτερό κοχλιάριο και η άλλη κατέληγε σε μαχαιρίδιο με
κυρτή κόψη.
6) την οστάγρα ή οστεάγρα
ή οστεοκόπο, που ο Ιπποκράτης ονομάζει «οστεολόγον» ή «οστεουλκόν»
και ήταν η χειρουργική λαβίδα εξαγωγής συντριμμάτων των οστών.
7) το μύδιο πλατύστομο,
λαβίδα που ο Ιπποκράτης ονομάζει «σταφυλάγρα».
8) τη βελόνη συριγγίου
με οπή, μέσα από την οποία περνούσε χοντρή κλωστή για τη ραφή των τραυμάτων των
συριγγίων. Της «βελόνης» γενικά έκανε ευρύτατη χρήση ο Ιπποκράτης.
9) το κοχλιοειδές σωληνάριο,
ένα σωληνοειδές εργαλείο που κατέληγε σε κοχλιοειδή πλάτυνση, παρόμοια του
οποίου ήταν ο «αυλίσκος ο ευθύτρητος» και το «κλυστηρίδιον»
του Ιπποκράτη.
10) τον πυρηνοειδή καυτήρα,
που χρησίμευε για τις καυτηριάσεις.
11) την επίπεδη σπάθη,
που χρησίμευε στην ανάμειξη των φαρμάκων.
12) το μαχαιρίδιο με
πτερυγοτόμο (κυρτή) λεπίδα, οφθαλμολογικό χειρουργικό εργαλείο
που χρησίμευε στην αφαίρεση βλεφαρικών συμφύσεων ή στη διάνοιξη πυώδους
δακρυϊκού ασκού.
Ο χαλκός και τα κράματά του αποτελούσαν το υλικό,
με το οποίο κατασκευάζονταν τα περισσότερα από τα ανευρεθέντα μέχρι σήμερα
ιατρικά εργαλεία του Ελλαδικού χώρου. Ο Ιπποκράτης γράφει ότι ο χαλκός πρέπει
να χρησιμοποιείται μόνο για τα «όργανα» (εργαλεία), όχι για άλλες
χρήσεις, γιατί θα αποτελούσε ενοχλητική πολυτέλεια. Όλα δε τα ιατρικά όργανα
πρέπει να είναι εύχρηστα για τον προορισμό τους, ως προς το μέγεθος, το βάρος
και τη λεπτότητά τους. («Χαλκώματι δε πλην των οργάνων,
μηδενί χρήσθω͘ καλλωπισμός γαρ τις είναί μοι δοκεί φορτικός σκεύεσι
τοιουτέοισι χρήσθαι… Τα δ’ όργανα πάντα ευήρη προς την χρείαν υπάρχειν δει τω
μεγέθει και βάρει και λεπτότητι». Περί Ιητρού, 2). Ο ίδιος επίσης γνώριζε
και τον κασσίτερο, που τον χρησιμοποιούσε αυτοτελώς στην κατασκευή ορισμένων
ιατρικών εργαλείων. Έτσι στην Ιπποκρατική Συλλογή διαβάζουμε για «μήλην κασσιτερίνην
επ’ άκρου τετρημένην» (Περί Συρίγγων, 6, 450 παρ.4. Περί
Αφόρων 8, 418 παρ.217. Περί Επικυήσιως 8, 496 παρ. 29), «ράβδον κασσιτερίνην»
βοηθητικό εργαλείο για εγχειρήσεις σε πολύποδες ρινός και «μοτόν κασσιτέρινον»
είδος χοντρής γάζας για τις πληγές (Περί Νούσων το Β΄, 7, 52 παρ. 35 και
7, 92 παρ.59).
Σε ευρύτατη όμως χρήση ήταν και ο ορείχαλκος
(μπρούντζος), κρατέρωμα, δηλαδή, χαλκού με κασσίτερο. Ο Ιπποκράτης, όπως
είδαμε, γνώριζε κι αυτό το κρατέρωμα, με το οποίο κατασκευάστηκαν ιατρικά
εργαλεία, όπως εκείνα που βρέθηκαν στο Ασκληπιείο της Κω και κατονομάζονται στα
έργα του. Με δεδομένο, λοιπόν, α) ότι οι γιατροί της Ιπποκρατικής
περιόδου διέθεταν ήδη ικανό αριθμό χειρουργικών εργαλείων και μια αρκετά
προηγμένη χειρουργική τέχνη, β) ότι ο ίδιος ο Ιπποκράτης, που η παρουσία
στο Ασκληπιείο της Κω επιβεβαιώνεται από τον Στράβωνα («Φασί δ’ Ιπποκράτην
μάλιστα εκ των ενταύθα ανακειμένων θεραπειών γυμνάσασθαι τα περί τας
διαίτας». Γεωγραφικά ΙΔ΄,657), χρησιμοποιούσε εργαλεία όμοια μ’ εκείνα που
βρέθηκαν στο Ασκληπιείο της Κω, όπως περιγράφονται πιο πάνω, και γ) ότι
τα μπρούντζινα ιατρικά εργαλεία διατηρούσαν την αντοχή τους στο χρόνο και
χρησιμοποιούνταν επί μακρόν, εκτιμώ πως είναι πιθανόν τα περισσότερα των
ιατρικών εργαλείων του Ασκληπιείου της Κω να ανάγονται στον 4ο π. Χ.
αιώνα.
Άλλωστε έχουν διαπιστωθεί διαφορές εποχών ανάμεσα στις αρχαιολογικά
καθορισμένες ηλικίες και σ’ αυτές που εντοπίζονται με σύγχρονες τεχνολογικές
μεθόδους (ραδιενεργού άνθρακα, θερμοφωταύγειας κλπ.). Για την εφαρμογή αυτών
των φυσικών μεθόδων χρονολόγησης σε ελληνικά αρχαιολογικά ευρήματα θεωρώ
σημαντική τη συμβολή του Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου Ιωάννη Λυριτζή
(Βλέπε το έργο του: «Αρχαιομετρία. Μέθοδοι χρονολόγησης στην Αρχαιολογία».
Αθήνα 1986, σ. 202 και β΄ έκδ. 1994).
Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι στο «σφόδρα
ένδοξον», σύμφωνα με τον Στράβωνα, «και μεστόν αναθημάτων
πολλών» Ασκληπιείο της Κω, ανάμεσα στα τόσα ανασκαφέντα ευρήματα,
συναντιούνται και τα ιατρικά εργαλεία, που μαρτυρούν απερίφραστα ότι ο ιερός
αυτός λατρευτικός χώρος λειτούργησε πράγματι και ως Θ ε ρ α -π ε υ τ ή
ρ ι ο κατά τα πρότυπα της Αρχαίας Ελληνικής-Ιπποκρατικής Ιατρικής.
Μερικά
ιατρικά εργαλεία από το Ασκληπιείο
της Κω
* Ανακοινώθηκε στο 35ο Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας της Ιατρικής (2-8
Σεπτεμβρίου 1996) Κως. Δημοσιεύθηκε στα «ΚΩΑΚΑ» του Πνευματικού Ομίλου
Κώων «Ο Φιλητάς», τόμος ΣΤ΄, Αθήνα 1998, σελ.454-467 και στην αυτοτελή
έκδοσή μου με τίτλο: «Ιπποκράτεια Μελετήματα. Συλλογή
Μονογραφιών», Α΄ έκδοση, Χανιά 2000, σελ.67-80.Β΄ επανεκτύπωση συμπληρωμένη,
Κως 2010, σελ.59-72.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου