Η χρήση των παρακάτω περιεχομένων επιβάλλει τη ρητή αναφορά στον συγγραφέα και στο έργο του,
διαφορετικά εμπίπτει στις διατάξεις του Νόμου περί κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ



Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
ΤΑ ΛΑΘΗ ΜΑΣ ΚΑΙ  Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΙΤΑΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ.

Είναι γνωστό ότι στο Μικρασιατικό Μέτωπο ο ελληνικός στρατός κατήγαγε περιφανείς νίκες. Αντί όμως να εδραιωθεί στα εδάφη που απελευθέρωσε θέλησε να προχωρήσει στα ενδότερα της Μικράς Ασίας. Μέγιστο σφάλμα πολιτικής στρατηγικής! Έτσι στις 13 Αυγούστου του 1922 άρχισε η προ πολλού χρόνου παρασκευασθείσα μεγάλη επίθεση του κεμαλικού στρατού και η άτακτη υποχώρηση των Ελλήνων. Η καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού επήλθε ακάθεκτη και με σφοδρότητα. Ας δούμε όμως αναλυτικότερα τα γεγονότα.

Ο Εθνικός Διχασμός αποτέλεσε τη γενεσιουργό αφορμή  της Μικρασιατικής μας καταστροφής. Οι Σύμμαχοι, με πρόφαση την επάνοδο του Γερμανόφιλου βασιλιά Κωνσταντίνου στην Ελλάδα το 1920, διατέθηκαν σαφώς εχθρικοί απέναντι στην Ελλάδα. Η Γαλλία άρχισε να συνεργάζεται απροκάλυπτα με τον κεμαλικό στρατό. Η Ιταλία απέσυρε τον στρατό της γύρω από τα εδάφη του Μαίανδρου ποταμού και εναρμόνισε τις κινήσεις της για την εκδίωξη των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Η Βρετανία, που είχε συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν έβλεπε με ευχαρίστηση τους Έλληνες στη Μικρά Ασία. Κράτησε χαλαρή και παθητική στάση. Οι Η.Π.Α. με το πρόσχημα της ουδετερότητας ταυτίστηκαν ουσιαστικά με τη Βρετανία. Οι Σοβιετικοί έκλειναν υπέρ των κεμαλιστών της Τουρκίας και κατηγορούσαν τους Έλληνες ότι διεξάγουν κατακτητικό και όχι απελευθερωτικό πόλεμο. Ο «Μεγαλοϊδεατισμός» του Ελευθερίου Βενιζέλου, κατά βάθος δίκαιος, αφού ικανοποιούσε τους μακραίωνους πόθους του Ελληνισμού, δέχθηκε ανεπανόρθωτο πλήγμα.

Ο Δημήτριος Γούναρης, αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος και Πρωθυπουργός μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920, μπροστά στις εμφανισθείσες μεγάλες δυσχέρειες, αναγκάσθηκε να μεταβεί στο Λονδίνο, για να επιτύχει αυτόνομη διοίκηση σε τμήμα της Μικράς Ασίας. Η αντίδραση της Γαλλίας και της Ιταλίας και η χαλαρή στάση της Βρετανίας ματαίωσαν την προσπάθειά του. Στο μεταξύ ο κεμαλικός στρατός κήρυξε «ιερό πόλεμο» προς εθνικό φανατισμό των Τούρκων και κινούνταν με μεγάλη ανεξαρτησία έναντι της παλαιάς  οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Γούναρης επιστρέφοντας άπρακτος από το Λονδίνο είχε να αντιμετωπίσει δυο λύσεις: Να εγκαταλείψει τη Μικρά Ασία και να στραφεί στη διατήρηση της Θράκης ή να προβεί σε γενική κινητοποίηση των ελληνικών δυνάμεων για εξόρμηση στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Προτίμησε την επιστράτευση και τη γενική επίθεση, παρόλο που προεκλογικά ζητούσε από τον Ελληνικό Λαό να τον ψηφίσει για να φέρει πίσω τα παιδιά που πολεμούσαν στο Μικρασιατικό Μέτωπο. Δεν υπήρχαν όμως τα απαραίτητα εφόδια και τα εμπόδια ήταν ανυπέρβλητα. Ο ελληνικός στρατός καθηλώθηκε στην περιοχή του Σαγγάριου, ταλαιπωρούμενος αφάνταστα, ενώ οι Τούρκοι ανεφοδιάζονταν συνεχώς και μάλιστα από τους «Συμμάχους».

Οι Κυβερνήσεις της τότε «Ενωμένης Ευρώπης» μπροστά στα τραγικά γεγονότα που έτρεχαν, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη Μικρά Ασία. Στην περίπτωση αυτή  εξετάζουμε και τον ύποπτο ρόλο του Αρμοστή Στεργιάδη. Του κοινοποιήθηκε  «άκρως εμπιστευτική» διαταγή να συσκευάσει τα Ελληνικά Αρχεία και όλοι οι περί αυτόν να αναχωρήσουν, τηρώντας  μυστικότητα από τον ελληνικό πληθυσμό.

Ο Διοικητής, αντιπρόσωπος των Μουδανιών, εξεπλάγη από την εξωφρενική αυτή διαταγή, να μείνει ανυπεράσπιστος ο ελληνικός πληθυσμός και τηλεγράφησε στον Στεργιάδη ότι οι κάτοικοι είναι αναστατωμένοι και παρακαλούσε να ευαρεστηθεί η Κυβέρνηση να καθορίσει την τύχη του ελληνικού πληθυσμού. Ο Στεργιάδης, που υπήρξε όργανο των εκάστοτε κρατούντων, για να μη γίνει δυσάρεστος, απέφυγε να ενημερώσει την Κυβέρνηση. Η «Εθνική Άμυνα» των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη πρότεινε να δεχθεί εικονικό κίνημα στη Σμύρνη με πρόγραμμα την αυτονομία της περιοχής, αλλά η Ελληνική Κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση. Μεγάλη η ευθύνη τελικά του Στεργιάδη για τη  ματαίωση του κινήματος και τη συκοφάντηση του στρατηγού Παπούλα, που ήθελε να αναδιοργανώσει τον στρατό και να προλάβει την καταστροφή.

Έτσι στις 13 Αυγούστου του 1922 αρχίζει η συντονισμένη επίθεση του κεμαλικού στρατού, που κατά βάθος στόχευε σε εθνοκάθαρση για τους Τούρκους. Οι Έλληνες στρατιώτες μετά τη διάσπαση του μετώπου, φεύγουν ατάκτως. Μεγάλα τμήματα του στρατού αιχμαλωτίσθηκαν και ο ελληνικός πληθυσμός παρέμεινε στη διάθεση των εξαγριωμένων τουρκικών στιφών. Πάνω από 500.000 υπολογίζονται αυτοί που σφαγιάσθηκαν, ενώ 1.500.000 Έλληνες γυμνοί, πεινασμένοι, ημιθανείς, ξεκίνησαν να φύγουν χωρίς ελπίδα. Όσοι άντεξαν ήλθαν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες. Θα προσθέσουν με τα χρόνια νέα οικονομική ευρωστία και  πνευματική άνθηση στον ελληνικό πληθυσμό.

Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1922 κατά τις 11 το πρωί άρχισαν να ακούονται κραυγές τρόμου έξω από τη Σμύρνη. Σε λίγο γέμισαν οι δρόμοι από Τούρκους στρατιώτες που κατευθύνονταν στο Διοικητήριο. Ο αρχιστράτηγος Νουρεντίν Πασάς  έβγαλε διαταγή ότι ο καθένας έπρεπε να κοιτάζει τη δουλειά του και ότι θα τηρηθεί  η τάξη. Η διαταγή αυτή προκάλεσε κάποιο αίσθημα ασφάλειας. Σε λίγο όμως άρχισαν οι λεηλασίες και οι αγριότητες σε βάρος των Ελλήνων  και των Αρμενίων. Η τουρκική μανία ξέσπασε εναντίον του άμαχου πληθυσμού σε διάφορα μέρη της πόλης και τα πτώματα γέμισαν τις οδούς. Οι Τούρκοι ράντισαν τους δρόμους με πετρέλαιο και το αναμμένο πετρέλαιο άπλωσε τη φωτιά στην ευρωπαϊκή συνοικία της Σμύρνης. Η φωτιά διαδόθηκε στις ελληνικές και αρμενικές συνοικίες. Όσοι κολυμπώντας κατευθύνονταν στα πλοία των «Συμμάχων» και πιάνονταν από τα παλαμάρια των πλοίων, οι ευρωπαίοι ναύτες τους χτυπούσαν με τα κουπιά τους και τους ξανάριχναν ζαλισμένους στη θάλασσα για να πνιγούν. Ιδού το μεγαλείο της Χριστιανικής Ευρώπης!


Η καταστροφή!


Μέσα σ’ αυτό το πανδαιμόνιο ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, μαζί με τους προύχοντες παραδόθηκαν από τον Τούρκο Διοικητή στο μαινόμενο συρφετό, ο οποίος τους βασάνισε και τους κατακρεούργησε. Με τη δολοφονία του Χρυσοστόμου η αυλαία του δράματος κλείνει και οι εναπομείναντες και διασωθέντες  Έλληνες, ξεριζωμένοι πια ήλθαν και εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα.



Μετά την καταστροφή με σκληρές διαπραγματεύσεις καταλήγουμε στη Συνθήκη της Λωζάννης. Η Τουρκία απαιτούσε δια του Ισμέτ Ινονού να αποδοθούν τα σύνορα του 1913. Η σθεναρή όμως στάση του Βενιζέλου και η αναδιοργάνωση του ελληνικού στρατού στον Έβρο υποχρέωσαν την Τουρκία να υπογράψει τη συνθήκη της Λωζάννης. Η Τουρκία με τη συμπαράσταση των «Συμμάχων» έλαβε την Ανατολική Θράκη και ο ελληνικός πληθυσμός της εκπατρίσθηκε. Η Ίμβρος και η Τένεδος επιστράφηκαν στην Τουρκία με ιδιαίτερο καθεστώς, που παραβίασαν τελικά οι Τούρκοι. Το  Οικουμενικό Πατριαρχείο απώλεσε τον εθναρχικό του ρόλο και προστατεύθηκε με ειδικές διεθνείς εγγυήσεις. Δυστυχώς ο Πατριάρχης υποχρεώθηκε να φέρει από τότε την τουρκική υπηκοότητα. Η Ελλάδα δεν κατέβαλε πολεμική αποζημίωση, διότι ο Βενιζέλος υποστήριξε ότι ο ελληνικός στρατός πήγε στη Μικρά Ασία με εντολή των Συμμαχικών Δυνάμεων. Παρέμεινε όμως ο ελληνικός πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης και των νησιών Ίμβρου και Τενέδου, αλλά στις 6 Σεπτεμβρίου του 1955 οι Τούρκοι επανέλαβαν τις βαρβαρότητες σε βάρος του ελληνικού στοιχείου της Πόλης, αφού παραβίασαν με ιταμότητα όλες τις συνθήκες, δίχως αποφασιστική αντίδραση δική μας και με την ανοχή Αμερικανών και Ευρωπαίων.

Μπορεί, λοιπόν, η τραγωδία της Μικράς Ασίας να οφείλεται και σε δικά μας λάθη που εκμεταλλεύθηκαν οι λεγόμενοι «Σύμμαχοί» μας, αλλά αυτή καθαυτό η Γενοκτονία (και όχι απλά «Εθνοκάθαρση», όπως ισχυρίζονται οι Τούρκοι, ακόμα και  μερικοί δικοί μας) του Μικρασιατικού και Ποντιακού Ελληνισμού στιγματίζει εσαεί την Τουρκία, η οποία για να εισέλθει στην Ενωμένη Ευρώπη, όπως επιδιώκει, οφείλει πρωτίστως να ζητήσει συγγνώμη για τα διαπραχθέντα  εγκλήματά της. Όσο για μας τους  Έλληνες δεν πρέπει να ξεχνούμε τα παθήματά μας, τα οποία γίνονται μαθήματα για τις νεότερες γενιές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου