Τη μεγάλη ναυμαχία στον κόλπο του Γέροντα τον Αύγουστο του 1824 μεταξύ του Τουρκοαιγυπτιακού και Ελληνικού στόλου καθώς και τα ηρωικά κατορθώματα των Ελλήνων πυρπολητών, περιγράφω στο βιβλίο μου: «Ιστορία της Νήσου Κω. Αρχαία-Μεσαιωνική-Νεότερη»,Έκδοση Δήμου Κω, 1990, σελ. 354-357, με τις ανάλογες παραπομπές και υποσημειώσεις. Στο παρόν άρθρο μου επιδιώκω να δώσω άλλη μιαν ενδιαφέρουσα περιγραφή, ως πολύτιμη μαρτυρία των ναυτικών και πολεμικών γεγονότων που διαδραματίστηκαν εκείνο το μήνα του 1824, προερχόμενη από τα απομνημονεύματα του Φιλικού, Αγωνιστή του 1821, Συγγραφέα - Πρώτου Ιστορικού της Εθνικής Παλιγγενεσίας και Πολιτικού της νεοσύστατης Ελλάδας Νικολάου Σπηλιάδη (1785-1862).
Παραθέτω αυτούσιο - διατηρώντας την ορθογραφία - το σχετικό κείμενο του Σπηλιάδη, με τις περιγραφές που συνέλεξε απ’ τους ίδιους τους πρωταγωνιστές και δημοσίευσε στο έργο του: «Απομνημονεύματα συνταχθέντα υπό του Ν. Σπηλιάδου, δια να χρησιμεύσωσιν εις την Νέαν Ελληνικήν Ιστορίαν 1821-1843 και εκδοθέντα υπό Χ. Ν. Φιλαδελφέως, εις πέντε τόμους» (Τόμος Β΄, Αθήνησιν 1852, σελ. 121-125):
«…..Όθεν ο στόλος του Σουλτάνου αποτυχών εις το κατά της Σάμου επιχείρημά του, κατέφυγεν εις Αλικαρνασσόν, ένθα είχε φθάσει την 14 Αυγούστου ο αιγυπτιακός, και αμφότεροι απειλούσει να προσβάλωσιν ήδη με ηνωμένας τας δυνάμεις των τους Σαμίους͘· αλλά συγχρόνως είχεν εκπλεύσει και η δευτέρα μοίρα των Υδραϊκών υπό τον Ανδρέαν Μιαούλην, και απήρχετο εις απάντησιν του αιγυπτιακού στόλου. Την 24 ηνώθησαν έξω της Λέρου όλα τα ελληνικά πλοία διοικούμενα τα μεν Υδραϊκά από τον Μιαούλην και Σαχτούρην, τα δε Σπετσιώτικα από τον Γ. Ανδρούτσου, και τα Ψαρριανά από τον Χ. Νικολήν Αποστόλη, και ανήχθησαν εις τον κόλπον της Κω δια να προσβάλωσι τους εχθρούς.
» Η προσθοφυλακή των ελληνικών εκ δεκαέξ πλοίων, απαντήσασα την εχθρικήν, συγκειμένην από τρεις φιργάδας [φρεγάτες, δηλ. γρήγορα και ευέλικτα ιστιοφόρα] τρεις κορβέτας [πολεμικά ιστιοφόρα, χωρητικότητας 160 τόννων] και τέσσαρα βρίκια [δικάταρτα ιστιοφόρα με σταυρωτά ιστία] μεταξύ της Κω και Αλικαρνασσού, την έτρεψεν εν ακαρεί [ακαριαία] εις φυγήν, και εισέβαλεν εις τον κόλπον της Αλικαρνασσού, και μετ’ ολίγον εισέπλευσαν όλα τα ελληνικά, ότε τα εχθρικά υπέρ τα εβδομήντα, εξ ων το τριτημόριον [το 1/3] συνέκειτο από πλοία της γραμμής τρίκροτα και δίκροτα, φιργάδας και κορβέτας, ήσαν εις τα πανία. Εδόθη δε το σημείον της μάχης, και η προσθοφυλακή των Ελλήνων προσέβαλε τον Χοσρέφ Καπουτάνπασιαν, όστις ομού με δύω πλοία της γραμμής και τρεις φιργάδας ετράπη εις φυγήν με τόσην βίαν, ώστε, δια να περιστραφή ταχέως περί το ακρωτήριον η Ναυαρχίς, αφηρέθη τας κεραίας του μεγάλου καρχησίου [του ακραίου τμήματος καταρτιού] και του υψηλοτέρου καταρτίου. Ο δε Ιμπραχίμπασιας ώρμησεν εναντίον των με πολλήν θρασύτητα και οι Έλληνες τον αντέκρουον κρατερώς. Απέλυσαν κατ’ αυτού και δύω ηφαίστεια [πυρπολικά], πλην απέτυχον· διότι το μεν εμπροσθινόν κατάρτι του ενός εκόπη από τας σφαίρας των εχθρικών πυροβόλων και ο πλοίαρχος έβαλε πυρ εις αυτό και το έκαυσε· το δε του ετέρου συνετρίβη, επειδή έπεσεν επάνω του εξ απροσεξίας, σπεύδον να περιέλθη το ακρωτήριον, το πολεμικόν του Αραπογιάννη Υδραίου· εκάησαν άρα τα δύω ταύτα ηφαίστεια καθώς και μια λέμβος εις μάτην εις την μάχην εκείνην ήτις διήρκεσεν τρεις ώρας.
» Εκ δε των εχθρικών στόλων, εκτός των κεραιών της Ναυαρχίδος, αφηρέθη και μιάς φιργάδας το κατάρτι, και εβυθίσθη το σκάφος μιάς κορβέτας. Εκτός δε των πληγωμένων, εφονεύθησαν και πλέον ή πενήντα Τούρκοι, εξ ων και δύω σημαντικοί εκ των αρχηγών· αλλ’ εκ των Ελλήνων δεν έπαθε κανείς τίποτε. Το εσπέρας οι μεν Τουρκικοί στόλοι προσωρμίσθησαν έξω της Αλικαρνασσού· ο δ’ ελληνικός εις τον Γέροντα.
»Την 28, αφ’ ου οι εχθρικοί στόλοι εφάνησαν εκπλέοντες από τον κόλπον της Αλικαρνασσού, ο Ελληνικός εκινήθη εναντίον των, και προς το εσπέρας έγεινε μικρά τις αψιμαχία περί το στόμιον του κόλπου, και οι μεν Έλληνες ανήχθησαν εις το πέλαγος, οι δε Τούρκοι προς την Κάλυμνον, είχον δε σκοπόν να πλεύσωσιν εις την Σάμον.
» Το πρωί της 29 ο Μιαούλης με τέσσαρα πολεμικά και εν ηφαίστειον ευρέθη άνωθεν των Καπρίων νήσων [τα Τσατάλια;] εις τα παράλια. Τα δ’ άλλα πλοία μακράν επελαγίζοντο. Ο Μιαούλης εστοχάσθη ότι οι Τούρκοι ήθελον ορμήσει κατά των πέντε πλοίων, και έκαμε σημείον εις τ’ άλλα να τους πέσωσιν εις τα νώτα και να τους κτυπήσωσιν, ότε αυτός ήθελε να τους αντικρούει κατά μέτωπον. Αλλ’ οι Τούρκοι εννοήσαντες τον σκοπόν του, διήρεσαν εις δύω μοίρας τους στόλους των, και η μεν εκινήθη κατά των άλλων πλοίων, εξ ων δώδεκα αντιπαραταχθέντα κατ’ αυτών εμάχοντο, η δε μακρόθεν επυροβόλει μεν αδιακόπως, αλλά δεν επλησίαζε προς τον Μιαούλην. Τέλος συνήφθη ναυμαχία γενική, και οι Έλληνες απέλυσαν και δύω ηφαίστεια κατά των εχθρών· το δε εν εξ αυτών, διοικούμενον απόν τον Δ. Παπανικολήν, επλησίασε τόσον πολύ εις τινα φιργάδαν, ώστε μ’ όλας τας απείρους των πυροβόλων σφαίρας και τα βόλια των τουφεκίων, το κατάρτι του ολίγον έλειψε να περιπλεχθή εις τα σχοινία του αρτέμονος [μικρού τριγωνικού πανιού της πλώρης του ιστιοφόρου] αυτής. Αλλ’ επειδή ήτο ταχυναυτούσα και είχε μάλιστα βοηθόν τον άνεμον, απέφυγε τον κίνδυνον και το ηφαίστειον εκάη εις μάτην.
» Εν τοσούτω, επειδή η μάχη εγίνετο με πολλήν πεισμονήν εκατέρωθεν, ο εκ των πυροβόλων καπνός εσκότισε την ατμοσφαίραν εις τρόπον, ώστε μόλις οι Έλληνες ηδύναντο να διακρίνωσι τα ιδικά των από τα τουρκικά πλοία. Οι δε εχθροί εκτύπων και τα ίδιά των πλοία, εκλαβόντες αυτά ως ελληνικά. Πυροβολούντες δε και κατά των ελληνικών, δεν τα επροξένουν βλάβην, διότι και καταζαλισμένοι από την θάλασσαν, και τρέμοντες από τον φόβον, πολλάκις επυροβόλουν χωρίς σφαιρών ή από σκοπού, και αι σφαίραι των δεν εκτύπων ειμή την θάλασσαν.
» Μετά ταύτα ώρμησαν δύω ηφαίστεια του Ιω. Ματρόζου και του Α. Πιπίνου κατά τινος βρικίου αιγυπτιακού εικοσιτεσσάρων πυροβόλων, φέροντος εκατόν πενήντα ναύτας και διακοσίους πενήντα στρατιώτας, εξ ων ως εκατόν έπεσον ευθύς εις την θάλασσαν και επνίγησαν, άμα πλησιασάντων των ηφαιστείων. Οι διοικούντες αυτά, αν και τουφεκιζόμενοι από την πρύμναν αδιακόπως, και εκ τούτου επληγώθησαν ο Πιπίνος και τις των ναυτών, τα εκόλλησαν εκατέρωθεν εις τα πλευρά του ειρημένου βρικίου και ήρχισεν ήδη να καίεται τούτο από τα δεξιά και οι εν αυτώ Τούρκοι έπιπτον δια τούτο εις την θάλασσαν. Αλλ’ επειδή η έμπρησίς του εβράδυνεν, ώρμησε και τρίτον ηφαίστειον του Λαζάρου Μουσού και επλησίασεν εις τ’ αριστερά και τότε η έμπρησίς του ενομίσθη αναπόφευκτος. Πλην ως πενήντα άνθρωποι γενναίοι μείναντες εντός αποφασισμένοι να καώσι μάλλον ή να πνιγώσι, και προσπαθούντες εν τη απελπισία των να το σώσωσι δια να σωθώσι, και καταπαλαίοντες κατά των φλογών, επέτυχον τέλος να τας σβέσωσι, και το έσωσαν, ότε τ’ άλλα τουρκικά πλοία δεν εκινήθησαν εις βοήθειάν του από τον φόβον των. Επομένως ώρμησεν ο Γ. Παππαντώνη κατά τινος φιργάδας πρώτης τάξεως, εις την οποίαν ευρίσκοντο τετρακόσιοι ναύται και εννεακόσιοι τακτικοί Αιγύπτιοι στρατιώται, και μ’ όλον ότι κτυπώμενος υπό τούτων όλων διά τε των πυροβόλων και των τουφεκίων, εκόλλησε το ηφαίστειόν του εις τα πλευρά της εκ δεξιών· επληγώθη δε ο ίδιος εις τον μηρόν, επληγώθησαν και τέσσαρες και εφονεύθησαν δύω εκ των ναυτών.
» Αφ’ ου δε ήρχισε το πυρ να την κατακαίη, και οι μεν ημίσεις σχεδόν εκ των εν αυτή εχθρών απώλοντο ριφθέντες εις την θάλασσαν, οι δε λοιποί επροσπάθουν να την σβέσωσι δια των αντλιών, ώρμησεν ο Γ. Βατικιώτης με το ηφαίστειόν του και το εκόλλησεν εις τ’ αριστερά· το δε πυρ διεδόθη τότε καθ’ όλα τα μέρη της, και ομού με αυτήν κατεστράφησαν άπαντες οι εχθροί, εξ ων εζωγρήθησαν εις την θάλασσαν και διεσώθησαν εις την εφολκίδα [μικρό βοηθητικό πλοιάριο] του Αναστασίου Τσιαμαδού ο χιλίαρχος του στρατού και ο διοικητής της φιργάδας, Αφρικανός, όστις ως έμπειρος εις τα ναυτικά και ικανός εις τα του πολέμου διώκει μίαν μοίραν από οκτώ πολεμικά πλοία συγκειμένην. Ούτος εβεβαίονεν ότι η φιργάδα του έφερε σαράντα τέσσαρα πυροβόλα, και ότι ο Ιμπραχίμπασιας είχε σκοπόν, αφ’ ου κατακτήσει την Σάμον και την παραδώσει εις τον Χοσρέφπασιαν, να πλεύση εις τα νήσους Ύδρας και Σπετσών να τας καταστρέψη και έπειτα να κάμη απόβασιν εις την Πελοπόννησον.
» Μετά ταύτα οι εχθρικοί στόλοι καταδιωχθέντες μέχρι των Καπρίων νήσων, κατέφυγον πάλιν εις τον κόλπον της Αλικαρνασσού και ο ελληνικός ενελιμενίσθη εις τον Γέροντα. Η ναυμαχία αύτη έγεινε μεταξύ Καλύμνου και των παραλίων του Γέροντος και διήρκεσεν από το πρωί έως το εσπέρας. Την 30 το εσπέρας εφάνησαν πλέοντα είκοσι πλοία μεταξύ των Καπρίων νήσων και της Καλύμνου, τα οποία συνίστων τον στόλον της Κωνσταντινουπόλεως, και ευθύς ο ελληνικός έλυσε πανία, έπλεεν όλην την νύκτα και το πρωί διευθύνθη εναντίον των· αλλ’ εκείνα έφυγον εις τον κόλπον της Κω, όπου κατευθύνετο και ο αιγυπτιακός στόλος. Οι Έλληνες τους προεκάλεσαν αμφοτέρους εις μάχην· αλλ’ οι Τούρκοι την απέφυγον.
» Την 4 σεπτεμβρίου οι εχθρικοί στόλοι εξεκίνησαν δια την Σάμον, όπου ο Ιμπραχίμπασιας έμελλε να κάμη απόβασιν των στρατευμάτων του και ο ελληνικός ηκολούθησε κατόπιν. Την 6 το εσπέρας ούτος μεν ευρέθη υπό τας Κολώνας, πόλιν της Σάμου, εκείνοι δε υπό το Γαϊδουρονήσι. Την νύκτα της 6 προς την 7 συνέβη μεγάλη τρικυμία, εξ ης όχι μόνον έπαθον οι εχθρικοί στόλοι, αλλά και εβυθίσθησαν αύτανδρα πολλά πλοιάρια εκ των εκατόν πενήντα, των αποκομιζόντων τα στρατεύματα. Άρα συμμαχεί και ο ουρανός μετά των Ελλήνων……….»
Και συνεχίζει ο Νικόλαος Σπηλιάδης τις συγκλονιστικές, λεπτομερείς αφηγήσεις του για την αποτυχία του εχθρού να επιχειρήσει απόβαση στη Σάμο, για τη συνεχή καταδίωξη του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου απ’ τους Έλληνες ναυμάχους στα νερά του Αιγαίου, μέχρις ότου οι ηρωϊκοί μας πυρπολητές ανάγκασαν τους Οθωμανούς να καταφύγουν στον κόλπο της Σούδας, για να σωθούν. Φεύγοντας από εκεί οι Τούρκοι, επέστρεψαν στα λιμάνια τους, χωρίς να κατορθώσουν ν’ ανακαταλάβουν τα επαναστατημένα πια Αιγαιοπελαγίτικα νησιά.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΠΗΛΙΑΔΗΣ |
Παραθέτω αυτούσιο - διατηρώντας την ορθογραφία - το σχετικό κείμενο του Σπηλιάδη, με τις περιγραφές που συνέλεξε απ’ τους ίδιους τους πρωταγωνιστές και δημοσίευσε στο έργο του: «Απομνημονεύματα συνταχθέντα υπό του Ν. Σπηλιάδου, δια να χρησιμεύσωσιν εις την Νέαν Ελληνικήν Ιστορίαν 1821-1843 και εκδοθέντα υπό Χ. Ν. Φιλαδελφέως, εις πέντε τόμους» (Τόμος Β΄, Αθήνησιν 1852, σελ. 121-125):
ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ |
«…..Όθεν ο στόλος του Σουλτάνου αποτυχών εις το κατά της Σάμου επιχείρημά του, κατέφυγεν εις Αλικαρνασσόν, ένθα είχε φθάσει την 14 Αυγούστου ο αιγυπτιακός, και αμφότεροι απειλούσει να προσβάλωσιν ήδη με ηνωμένας τας δυνάμεις των τους Σαμίους͘· αλλά συγχρόνως είχεν εκπλεύσει και η δευτέρα μοίρα των Υδραϊκών υπό τον Ανδρέαν Μιαούλην, και απήρχετο εις απάντησιν του αιγυπτιακού στόλου. Την 24 ηνώθησαν έξω της Λέρου όλα τα ελληνικά πλοία διοικούμενα τα μεν Υδραϊκά από τον Μιαούλην και Σαχτούρην, τα δε Σπετσιώτικα από τον Γ. Ανδρούτσου, και τα Ψαρριανά από τον Χ. Νικολήν Αποστόλη, και ανήχθησαν εις τον κόλπον της Κω δια να προσβάλωσι τους εχθρούς.
» Η προσθοφυλακή των ελληνικών εκ δεκαέξ πλοίων, απαντήσασα την εχθρικήν, συγκειμένην από τρεις φιργάδας [φρεγάτες, δηλ. γρήγορα και ευέλικτα ιστιοφόρα] τρεις κορβέτας [πολεμικά ιστιοφόρα, χωρητικότητας 160 τόννων] και τέσσαρα βρίκια [δικάταρτα ιστιοφόρα με σταυρωτά ιστία] μεταξύ της Κω και Αλικαρνασσού, την έτρεψεν εν ακαρεί [ακαριαία] εις φυγήν, και εισέβαλεν εις τον κόλπον της Αλικαρνασσού, και μετ’ ολίγον εισέπλευσαν όλα τα ελληνικά, ότε τα εχθρικά υπέρ τα εβδομήντα, εξ ων το τριτημόριον [το 1/3] συνέκειτο από πλοία της γραμμής τρίκροτα και δίκροτα, φιργάδας και κορβέτας, ήσαν εις τα πανία. Εδόθη δε το σημείον της μάχης, και η προσθοφυλακή των Ελλήνων προσέβαλε τον Χοσρέφ Καπουτάνπασιαν, όστις ομού με δύω πλοία της γραμμής και τρεις φιργάδας ετράπη εις φυγήν με τόσην βίαν, ώστε, δια να περιστραφή ταχέως περί το ακρωτήριον η Ναυαρχίς, αφηρέθη τας κεραίας του μεγάλου καρχησίου [του ακραίου τμήματος καταρτιού] και του υψηλοτέρου καταρτίου. Ο δε Ιμπραχίμπασιας ώρμησεν εναντίον των με πολλήν θρασύτητα και οι Έλληνες τον αντέκρουον κρατερώς. Απέλυσαν κατ’ αυτού και δύω ηφαίστεια [πυρπολικά], πλην απέτυχον· διότι το μεν εμπροσθινόν κατάρτι του ενός εκόπη από τας σφαίρας των εχθρικών πυροβόλων και ο πλοίαρχος έβαλε πυρ εις αυτό και το έκαυσε· το δε του ετέρου συνετρίβη, επειδή έπεσεν επάνω του εξ απροσεξίας, σπεύδον να περιέλθη το ακρωτήριον, το πολεμικόν του Αραπογιάννη Υδραίου· εκάησαν άρα τα δύω ταύτα ηφαίστεια καθώς και μια λέμβος εις μάτην εις την μάχην εκείνην ήτις διήρκεσεν τρεις ώρας.
» Εκ δε των εχθρικών στόλων, εκτός των κεραιών της Ναυαρχίδος, αφηρέθη και μιάς φιργάδας το κατάρτι, και εβυθίσθη το σκάφος μιάς κορβέτας. Εκτός δε των πληγωμένων, εφονεύθησαν και πλέον ή πενήντα Τούρκοι, εξ ων και δύω σημαντικοί εκ των αρχηγών· αλλ’ εκ των Ελλήνων δεν έπαθε κανείς τίποτε. Το εσπέρας οι μεν Τουρκικοί στόλοι προσωρμίσθησαν έξω της Αλικαρνασσού· ο δ’ ελληνικός εις τον Γέροντα.
»Την 28, αφ’ ου οι εχθρικοί στόλοι εφάνησαν εκπλέοντες από τον κόλπον της Αλικαρνασσού, ο Ελληνικός εκινήθη εναντίον των, και προς το εσπέρας έγεινε μικρά τις αψιμαχία περί το στόμιον του κόλπου, και οι μεν Έλληνες ανήχθησαν εις το πέλαγος, οι δε Τούρκοι προς την Κάλυμνον, είχον δε σκοπόν να πλεύσωσιν εις την Σάμον.
» Το πρωί της 29 ο Μιαούλης με τέσσαρα πολεμικά και εν ηφαίστειον ευρέθη άνωθεν των Καπρίων νήσων [τα Τσατάλια;] εις τα παράλια. Τα δ’ άλλα πλοία μακράν επελαγίζοντο. Ο Μιαούλης εστοχάσθη ότι οι Τούρκοι ήθελον ορμήσει κατά των πέντε πλοίων, και έκαμε σημείον εις τ’ άλλα να τους πέσωσιν εις τα νώτα και να τους κτυπήσωσιν, ότε αυτός ήθελε να τους αντικρούει κατά μέτωπον. Αλλ’ οι Τούρκοι εννοήσαντες τον σκοπόν του, διήρεσαν εις δύω μοίρας τους στόλους των, και η μεν εκινήθη κατά των άλλων πλοίων, εξ ων δώδεκα αντιπαραταχθέντα κατ’ αυτών εμάχοντο, η δε μακρόθεν επυροβόλει μεν αδιακόπως, αλλά δεν επλησίαζε προς τον Μιαούλην. Τέλος συνήφθη ναυμαχία γενική, και οι Έλληνες απέλυσαν και δύω ηφαίστεια κατά των εχθρών· το δε εν εξ αυτών, διοικούμενον απόν τον Δ. Παπανικολήν, επλησίασε τόσον πολύ εις τινα φιργάδαν, ώστε μ’ όλας τας απείρους των πυροβόλων σφαίρας και τα βόλια των τουφεκίων, το κατάρτι του ολίγον έλειψε να περιπλεχθή εις τα σχοινία του αρτέμονος [μικρού τριγωνικού πανιού της πλώρης του ιστιοφόρου] αυτής. Αλλ’ επειδή ήτο ταχυναυτούσα και είχε μάλιστα βοηθόν τον άνεμον, απέφυγε τον κίνδυνον και το ηφαίστειον εκάη εις μάτην.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΙΑΟΥΛΗΣ |
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ |
» Μετά ταύτα ώρμησαν δύω ηφαίστεια του Ιω. Ματρόζου και του Α. Πιπίνου κατά τινος βρικίου αιγυπτιακού εικοσιτεσσάρων πυροβόλων, φέροντος εκατόν πενήντα ναύτας και διακοσίους πενήντα στρατιώτας, εξ ων ως εκατόν έπεσον ευθύς εις την θάλασσαν και επνίγησαν, άμα πλησιασάντων των ηφαιστείων. Οι διοικούντες αυτά, αν και τουφεκιζόμενοι από την πρύμναν αδιακόπως, και εκ τούτου επληγώθησαν ο Πιπίνος και τις των ναυτών, τα εκόλλησαν εκατέρωθεν εις τα πλευρά του ειρημένου βρικίου και ήρχισεν ήδη να καίεται τούτο από τα δεξιά και οι εν αυτώ Τούρκοι έπιπτον δια τούτο εις την θάλασσαν. Αλλ’ επειδή η έμπρησίς του εβράδυνεν, ώρμησε και τρίτον ηφαίστειον του Λαζάρου Μουσού και επλησίασεν εις τ’ αριστερά και τότε η έμπρησίς του ενομίσθη αναπόφευκτος. Πλην ως πενήντα άνθρωποι γενναίοι μείναντες εντός αποφασισμένοι να καώσι μάλλον ή να πνιγώσι, και προσπαθούντες εν τη απελπισία των να το σώσωσι δια να σωθώσι, και καταπαλαίοντες κατά των φλογών, επέτυχον τέλος να τας σβέσωσι, και το έσωσαν, ότε τ’ άλλα τουρκικά πλοία δεν εκινήθησαν εις βοήθειάν του από τον φόβον των. Επομένως ώρμησεν ο Γ. Παππαντώνη κατά τινος φιργάδας πρώτης τάξεως, εις την οποίαν ευρίσκοντο τετρακόσιοι ναύται και εννεακόσιοι τακτικοί Αιγύπτιοι στρατιώται, και μ’ όλον ότι κτυπώμενος υπό τούτων όλων διά τε των πυροβόλων και των τουφεκίων, εκόλλησε το ηφαίστειόν του εις τα πλευρά της εκ δεξιών· επληγώθη δε ο ίδιος εις τον μηρόν, επληγώθησαν και τέσσαρες και εφονεύθησαν δύω εκ των ναυτών.
» Αφ’ ου δε ήρχισε το πυρ να την κατακαίη, και οι μεν ημίσεις σχεδόν εκ των εν αυτή εχθρών απώλοντο ριφθέντες εις την θάλασσαν, οι δε λοιποί επροσπάθουν να την σβέσωσι δια των αντλιών, ώρμησεν ο Γ. Βατικιώτης με το ηφαίστειόν του και το εκόλλησεν εις τ’ αριστερά· το δε πυρ διεδόθη τότε καθ’ όλα τα μέρη της, και ομού με αυτήν κατεστράφησαν άπαντες οι εχθροί, εξ ων εζωγρήθησαν εις την θάλασσαν και διεσώθησαν εις την εφολκίδα [μικρό βοηθητικό πλοιάριο] του Αναστασίου Τσιαμαδού ο χιλίαρχος του στρατού και ο διοικητής της φιργάδας, Αφρικανός, όστις ως έμπειρος εις τα ναυτικά και ικανός εις τα του πολέμου διώκει μίαν μοίραν από οκτώ πολεμικά πλοία συγκειμένην. Ούτος εβεβαίονεν ότι η φιργάδα του έφερε σαράντα τέσσαρα πυροβόλα, και ότι ο Ιμπραχίμπασιας είχε σκοπόν, αφ’ ου κατακτήσει την Σάμον και την παραδώσει εις τον Χοσρέφπασιαν, να πλεύση εις τα νήσους Ύδρας και Σπετσών να τας καταστρέψη και έπειτα να κάμη απόβασιν εις την Πελοπόννησον.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΤΣΑΜΑΔΟΣ |
» Την 4 σεπτεμβρίου οι εχθρικοί στόλοι εξεκίνησαν δια την Σάμον, όπου ο Ιμπραχίμπασιας έμελλε να κάμη απόβασιν των στρατευμάτων του και ο ελληνικός ηκολούθησε κατόπιν. Την 6 το εσπέρας ούτος μεν ευρέθη υπό τας Κολώνας, πόλιν της Σάμου, εκείνοι δε υπό το Γαϊδουρονήσι. Την νύκτα της 6 προς την 7 συνέβη μεγάλη τρικυμία, εξ ης όχι μόνον έπαθον οι εχθρικοί στόλοι, αλλά και εβυθίσθησαν αύτανδρα πολλά πλοιάρια εκ των εκατόν πενήντα, των αποκομιζόντων τα στρατεύματα. Άρα συμμαχεί και ο ουρανός μετά των Ελλήνων……….»
Και συνεχίζει ο Νικόλαος Σπηλιάδης τις συγκλονιστικές, λεπτομερείς αφηγήσεις του για την αποτυχία του εχθρού να επιχειρήσει απόβαση στη Σάμο, για τη συνεχή καταδίωξη του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου απ’ τους Έλληνες ναυμάχους στα νερά του Αιγαίου, μέχρις ότου οι ηρωϊκοί μας πυρπολητές ανάγκασαν τους Οθωμανούς να καταφύγουν στον κόλπο της Σούδας, για να σωθούν. Φεύγοντας από εκεί οι Τούρκοι, επέστρεψαν στα λιμάνια τους, χωρίς να κατορθώσουν ν’ ανακαταλάβουν τα επαναστατημένα πια Αιγαιοπελαγίτικα νησιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου